Τι διαπραγματευόμαστε με τους Σκοπιανούς;
Tου Xρηστου Γιανναρά
Στη δεκαετία του ’90, ο Κίρο Γκλιγκόροφ δεχόταν τον κοινό τόπο της Ιστοριογραφίας: Οτι η παρουσία Σλάβων στα Βαλκάνια ξεκινάει τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Οι σημερινοί ηγέτες του κρατιδίου των Σκοπίων, τόσο ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Μπράνκο Τσερβενκόφσκι όσο και ο πρωθυπουργός Νίκολα Γκρούεφσκι, έχουν αντιληφθεί ότι το ιστορικά αληθές δεν είναι και πολιτικά επαρκές για να επιβιώσει το κράτος των Σκοπίων.
Καταλαβαίνουν ότι το κυρίως πρόβλημα για την ιστορική επιβίωση του κρατικού τους σχήματος είναι η διεθνής αναγνώριση ενιαίας εθνότητας και ιδιαίτερης γλώσσας των κατοίκων του. Αλλά η διεθνής κοινότητα (τουλάχιστον το στοιχειωδώς εγγράμματο τμήμα της) γνωρίζει και πιστοποιεί άμεσα ότι οι κάτοικοι του κρατιδίου των Σκοπίων έχουν διπλή εθνοτική προέλευση και διάλεκτο συμπληρωματική δάνειων γλωσσικών στοιχείων.
Είναι Αλβανοί, έτοιμοι να προσχωρήσουν σε μια Μεγάλη Αλβανία που θα συγκέντρωνε όλους τους αλβανόφωνους της Βαλκανικής, και Σλάβοι τους οποίους εποφθαλμιά να προσαρτήσει κυρίως η Βουλγαρία, ίσως και η Σερβία. Για να συνεχίσει να υπάρχει το (περιστασιακό και πλασματικό) ανεξάρτητο κράτος της «Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» (καιροσκοπικό δημιούργημα του Τίτο) πρέπει οι κάτοικοι να εξαφανίσουν την καταγωγική τους ταυτότητα: Να πάψουν να είναι, να αισθάνονται και (κυρίως) να λογαριάζονται από τη διεθνή κοινότητα Αλβανοί και Σλάβοι. Να αποκτήσουν κοινή ιθαγένεια έστω και πλαστογραφημένη, εξόφθαλμα μυθώδη.
Οι σημερινοί ηγέτες του κρατιδίου των Σκοπίων μοιάζει να ξέρουν Ιστορία. Να γνωρίζουν, πόσο εύκολα μπορεί να επιβληθεί στη διεθνή κοινή αντίληψη μια παραχάραξη της ιστορικής πραγματικότητας οσοδήποτε θρασεία. Ξέρουν ότι οι σημερινοί Ελλαδίτες έχουν ώς τώρα καταπιεί αδιαμαρτύρητα δύο (τουλάχιστον) τέτοιες θρασύτατες πλαστογραφήσεις, επομένως δεν θα ήταν δύσκολο να τους επιβληθεί μία ακόμα: Δέχονται να τους ονομάζουν Γραικούς και όχι Ελληνες – Ελληνες αποκαλούν οι λαοί της Δύσης μόνο τους Αρχαίους, οι Γραικοί «inherited also from Classical civilization but nowhere near to the same degree the West did» (Huntington). Και δέχονται επίσης οι σημερινοί Ελλαδίτες την κραυγαλέα πλαστογραφία που εισήγαγε στην Ιστοριογραφία, τον 16ο αιώνα, ο Hieronymus Wolf: Να ονομάζεται η εξελληνισμένη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης (Κωνσταντινούπολης) «Βυζάντιο», ο χιλιόχρονος ελληνορωμαϊκός πολιτισμός «βυζαντινός», η φιλοσοφία και η τέχνη του «βυζαντινή»!
Οι Σκοπιανοί θέλουν να θεμελιώσουν την πολιτειακή τους υπόσταση επίσης σε πλαστογράφηση ιταμή της Ιστορίας: Οτι δήθεν είναι αυτοί, αν και Αλβανοσλάβοι, οι απευθείας απόγονοι των αρχαιοελλήνων Μακεδόνων, του Μεγαλέξανδρου και του Αριστοτέλη. Έχουν κιόλας πετύχει να τους αναγνωρίζουν οι Μεγάλες Δυνάμεις του πλανήτη και πλήθος κρατών σαν «Μακεδόνες», το κράτος τους μονοπωλιακά σαν «Μακεδονία», το εθνοτικό τους συνονθύλευμα σαν προϊόν κοινής καταγωγής και ενιαίας παράδοσης, τη γλώσσα τους αυτοτελή και αυτοδύναμη. Δεν ενοχλείται η διεθνής κοινότητα ούτε και από την απροσχημάτιστη αλυτρωτική τους προπαγάνδα, τον εξωφρενικό μεγαλοϊδεατισμό τους που θέλει πρωτεύουσα μιας Μεγάλης Μακεδονίας τη Θεσσαλονίκη. Και όλα δείχνουν (είναι λογικά προβλέψιμο) ότι θα πετύχουν τα όσα ανυποχώρητοι επιδιώκουν.
Θα πετύχουν, γιατί η αναμέτρησή τους με το ελλαδικό κρατίδιο είναι άνιση: υπερτερούν οι Σκοπιανοί συντριπτικά σε πηγαία ανάγκη για πατρίδα, ταυτότητα, ευγενική καταγωγή έστω και πλαστογραφημένη, για δική τους γλώσσα, δική τους ιστορία. Στη σημερινή Ελλάδα τέτοιες ανάγκες δεν είναι απλώς υποβαθμισμένες, έχουν μεθοδικά υπονομευτεί και διασυρθεί: Η πατρίδα, η παράδοση πολιτισμού, η συλλογική ιδιαιτερότητα, η διαχρονική ιστορική συνέχεια είναι αφορμές μόνο για χλεύη, ειρωνείες και περιφρόνηση. Οποιος τολμήσει να μιλήσει για τέτοιες ανάγκες είναι ακροδεξιός, εθνικιστής, γραφικός «ελληνάρας», περίπου φασίστας.
Στο ελλαδικό κράτος (και στην Κύπρο) ασκείται απροσχημάτιστη ιδεολογική τρομοκρατία από συγκεκριμένη, μαφιόζικου (ή πρακτορικού) τύπου συντεχνία. Διακλαδωμένη η συντεχνία σε ολόκληρο το κομματικό φάσμα (από τους τάχα και πούρους μαρξιστές –που έχουν θητεύσει σε όλα περίπου τα κόμματα της Βουλής– ώς τους δυσερμήνευτης αδιαλλαξίας νεοφιλελεύθερους) ελέγχει τα σχολειά, τα πανεπιστήμια, την τηλεόραση, με οποιαδήποτε κυβέρνηση. Επιβάλλει η συντεχνία έναν διεθνισμό παλαιομαρξιστικής έμπνευσης και «νεοταξικής» υπαγόρευσης, σίγουρη απατρία, ετοιμότητα για οποιαδήποτε παραχώρηση στον οποιονδήποτε αρκεί να φαντάζουμε «εκσυγχρονισμένοι». Όποιο κόμμα και αν κερδίσει τις εκλογές, η συγκεκριμένη συντεχνία κυβερνάει τη χώρα, δηλαδή διαμορφώνει και ελέγχει το φρόνημα του λαού.
Για να πετύχουμε με τους Σκοπιανούς γόνιμες (και για τα δύο μέρη) διαπραγματεύσεις, η λογική επιβάλλει να έχουμε οι Ελλαδικοί απάντηση ρεαλιστική στο ερώτημα: Τι θα αλλάξει πραγματικά στη ζωή των Θεσσαλονικέων και των υπόλοιπων κατοίκων του ελληνικού τμήματος της Μακεδονίας, αν κάποτε κυβερνηθούν από τον ιστορικά ασύστατο, αλλά πολιτικά αποτελεσματικό «μακεδονικό» εθνικισμό των Αλβανοσλάβων; Με άλλα λόγια: ποια είναι σήμερα η «ελληνικότητά» μας που θα κινδυνέψει να χαθεί σε μια τέτοια περίπτωση; Έχει πραγματικό αντίκρισμα στη ζωή μας η ελληνική καταγωγή, αντίκρισμα ιδιαιτερότητας βίου; ΄Η είναι μόνο συναισθηματισμός και ιδεοληψία, ένα «ντεκόρ» κενής καυχησιολογίας για προγόνους άσχετους με τη ζωή μας και φολκλορικής γραφικότητας ταυτισμένης μόνο με τα γλέντια μας;
Ποια «ελληνικότητα» θα στερηθούμε αν κάποτε κυβερνηθούμε από τους Σκοπιανούς; Θα στερηθούμε τη γλώσσα μας; Αυτήν που ανατριχιαστικά κακοποιούμε σε τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, πολιτικά βήματα; Τη γλώσσα που επίσημα (στη σχολική εκπαίδευση) αποκόψαμε από τον ζωντανό κορμό της διαχρονικής της ενοείδειας, τη γλώσσα που τη γραφή της ευνουχίσαμε με το έγκλημα του μονοτονικού;
Μήπως φοβόμαστε ότι θα χάσουμε την «ιστορική μας συνείδηση»; Μα είμαστε μάλλον το μόνο κράτος στην υφήλιο που κατασυκοφαντεί συστηματικά την ιστορία του στη σχολική εκπαίδευση των παιδιών του. Και την παραφθείρει. Ποιος απόφοιτος της εγκύκλιας παιδείας στην Ελλάδα ξέρει να εξηγήσει γιατί ο Παρθενώνας είναι σημαντικότερο έργο τέχνης από τον Πύργο του Αϊφελ, ποια σχέση έχει η αθηναϊκή δημοκρατία με το αρχαιοελληνικό άγαλμα ή με τη γνωσιοθεωρία κοινωνικής επαλήθευσης της γνώσης;
Οταν αγνοούμε τι διακυβεύεται στις ταπεινωτικές «συνομιλίες» που μας επιβάλλει η όποια ορντινάντσα του κ. Μπους, ποια πολιτική να ασκήσουμε στο «μακεδονικό», ποια συλλογική αξιοπρέπεια να διασώσουμε;
Καθημερινή Κυριακή 26-10-2008
Tου Xρηστου Γιανναρά
Στη δεκαετία του ’90, ο Κίρο Γκλιγκόροφ δεχόταν τον κοινό τόπο της Ιστοριογραφίας: Οτι η παρουσία Σλάβων στα Βαλκάνια ξεκινάει τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Οι σημερινοί ηγέτες του κρατιδίου των Σκοπίων, τόσο ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Μπράνκο Τσερβενκόφσκι όσο και ο πρωθυπουργός Νίκολα Γκρούεφσκι, έχουν αντιληφθεί ότι το ιστορικά αληθές δεν είναι και πολιτικά επαρκές για να επιβιώσει το κράτος των Σκοπίων.
Καταλαβαίνουν ότι το κυρίως πρόβλημα για την ιστορική επιβίωση του κρατικού τους σχήματος είναι η διεθνής αναγνώριση ενιαίας εθνότητας και ιδιαίτερης γλώσσας των κατοίκων του. Αλλά η διεθνής κοινότητα (τουλάχιστον το στοιχειωδώς εγγράμματο τμήμα της) γνωρίζει και πιστοποιεί άμεσα ότι οι κάτοικοι του κρατιδίου των Σκοπίων έχουν διπλή εθνοτική προέλευση και διάλεκτο συμπληρωματική δάνειων γλωσσικών στοιχείων.
Είναι Αλβανοί, έτοιμοι να προσχωρήσουν σε μια Μεγάλη Αλβανία που θα συγκέντρωνε όλους τους αλβανόφωνους της Βαλκανικής, και Σλάβοι τους οποίους εποφθαλμιά να προσαρτήσει κυρίως η Βουλγαρία, ίσως και η Σερβία. Για να συνεχίσει να υπάρχει το (περιστασιακό και πλασματικό) ανεξάρτητο κράτος της «Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» (καιροσκοπικό δημιούργημα του Τίτο) πρέπει οι κάτοικοι να εξαφανίσουν την καταγωγική τους ταυτότητα: Να πάψουν να είναι, να αισθάνονται και (κυρίως) να λογαριάζονται από τη διεθνή κοινότητα Αλβανοί και Σλάβοι. Να αποκτήσουν κοινή ιθαγένεια έστω και πλαστογραφημένη, εξόφθαλμα μυθώδη.
Οι σημερινοί ηγέτες του κρατιδίου των Σκοπίων μοιάζει να ξέρουν Ιστορία. Να γνωρίζουν, πόσο εύκολα μπορεί να επιβληθεί στη διεθνή κοινή αντίληψη μια παραχάραξη της ιστορικής πραγματικότητας οσοδήποτε θρασεία. Ξέρουν ότι οι σημερινοί Ελλαδίτες έχουν ώς τώρα καταπιεί αδιαμαρτύρητα δύο (τουλάχιστον) τέτοιες θρασύτατες πλαστογραφήσεις, επομένως δεν θα ήταν δύσκολο να τους επιβληθεί μία ακόμα: Δέχονται να τους ονομάζουν Γραικούς και όχι Ελληνες – Ελληνες αποκαλούν οι λαοί της Δύσης μόνο τους Αρχαίους, οι Γραικοί «inherited also from Classical civilization but nowhere near to the same degree the West did» (Huntington). Και δέχονται επίσης οι σημερινοί Ελλαδίτες την κραυγαλέα πλαστογραφία που εισήγαγε στην Ιστοριογραφία, τον 16ο αιώνα, ο Hieronymus Wolf: Να ονομάζεται η εξελληνισμένη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης (Κωνσταντινούπολης) «Βυζάντιο», ο χιλιόχρονος ελληνορωμαϊκός πολιτισμός «βυζαντινός», η φιλοσοφία και η τέχνη του «βυζαντινή»!
Οι Σκοπιανοί θέλουν να θεμελιώσουν την πολιτειακή τους υπόσταση επίσης σε πλαστογράφηση ιταμή της Ιστορίας: Οτι δήθεν είναι αυτοί, αν και Αλβανοσλάβοι, οι απευθείας απόγονοι των αρχαιοελλήνων Μακεδόνων, του Μεγαλέξανδρου και του Αριστοτέλη. Έχουν κιόλας πετύχει να τους αναγνωρίζουν οι Μεγάλες Δυνάμεις του πλανήτη και πλήθος κρατών σαν «Μακεδόνες», το κράτος τους μονοπωλιακά σαν «Μακεδονία», το εθνοτικό τους συνονθύλευμα σαν προϊόν κοινής καταγωγής και ενιαίας παράδοσης, τη γλώσσα τους αυτοτελή και αυτοδύναμη. Δεν ενοχλείται η διεθνής κοινότητα ούτε και από την απροσχημάτιστη αλυτρωτική τους προπαγάνδα, τον εξωφρενικό μεγαλοϊδεατισμό τους που θέλει πρωτεύουσα μιας Μεγάλης Μακεδονίας τη Θεσσαλονίκη. Και όλα δείχνουν (είναι λογικά προβλέψιμο) ότι θα πετύχουν τα όσα ανυποχώρητοι επιδιώκουν.
Θα πετύχουν, γιατί η αναμέτρησή τους με το ελλαδικό κρατίδιο είναι άνιση: υπερτερούν οι Σκοπιανοί συντριπτικά σε πηγαία ανάγκη για πατρίδα, ταυτότητα, ευγενική καταγωγή έστω και πλαστογραφημένη, για δική τους γλώσσα, δική τους ιστορία. Στη σημερινή Ελλάδα τέτοιες ανάγκες δεν είναι απλώς υποβαθμισμένες, έχουν μεθοδικά υπονομευτεί και διασυρθεί: Η πατρίδα, η παράδοση πολιτισμού, η συλλογική ιδιαιτερότητα, η διαχρονική ιστορική συνέχεια είναι αφορμές μόνο για χλεύη, ειρωνείες και περιφρόνηση. Οποιος τολμήσει να μιλήσει για τέτοιες ανάγκες είναι ακροδεξιός, εθνικιστής, γραφικός «ελληνάρας», περίπου φασίστας.
Στο ελλαδικό κράτος (και στην Κύπρο) ασκείται απροσχημάτιστη ιδεολογική τρομοκρατία από συγκεκριμένη, μαφιόζικου (ή πρακτορικού) τύπου συντεχνία. Διακλαδωμένη η συντεχνία σε ολόκληρο το κομματικό φάσμα (από τους τάχα και πούρους μαρξιστές –που έχουν θητεύσει σε όλα περίπου τα κόμματα της Βουλής– ώς τους δυσερμήνευτης αδιαλλαξίας νεοφιλελεύθερους) ελέγχει τα σχολειά, τα πανεπιστήμια, την τηλεόραση, με οποιαδήποτε κυβέρνηση. Επιβάλλει η συντεχνία έναν διεθνισμό παλαιομαρξιστικής έμπνευσης και «νεοταξικής» υπαγόρευσης, σίγουρη απατρία, ετοιμότητα για οποιαδήποτε παραχώρηση στον οποιονδήποτε αρκεί να φαντάζουμε «εκσυγχρονισμένοι». Όποιο κόμμα και αν κερδίσει τις εκλογές, η συγκεκριμένη συντεχνία κυβερνάει τη χώρα, δηλαδή διαμορφώνει και ελέγχει το φρόνημα του λαού.
Για να πετύχουμε με τους Σκοπιανούς γόνιμες (και για τα δύο μέρη) διαπραγματεύσεις, η λογική επιβάλλει να έχουμε οι Ελλαδικοί απάντηση ρεαλιστική στο ερώτημα: Τι θα αλλάξει πραγματικά στη ζωή των Θεσσαλονικέων και των υπόλοιπων κατοίκων του ελληνικού τμήματος της Μακεδονίας, αν κάποτε κυβερνηθούν από τον ιστορικά ασύστατο, αλλά πολιτικά αποτελεσματικό «μακεδονικό» εθνικισμό των Αλβανοσλάβων; Με άλλα λόγια: ποια είναι σήμερα η «ελληνικότητά» μας που θα κινδυνέψει να χαθεί σε μια τέτοια περίπτωση; Έχει πραγματικό αντίκρισμα στη ζωή μας η ελληνική καταγωγή, αντίκρισμα ιδιαιτερότητας βίου; ΄Η είναι μόνο συναισθηματισμός και ιδεοληψία, ένα «ντεκόρ» κενής καυχησιολογίας για προγόνους άσχετους με τη ζωή μας και φολκλορικής γραφικότητας ταυτισμένης μόνο με τα γλέντια μας;
Ποια «ελληνικότητα» θα στερηθούμε αν κάποτε κυβερνηθούμε από τους Σκοπιανούς; Θα στερηθούμε τη γλώσσα μας; Αυτήν που ανατριχιαστικά κακοποιούμε σε τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, πολιτικά βήματα; Τη γλώσσα που επίσημα (στη σχολική εκπαίδευση) αποκόψαμε από τον ζωντανό κορμό της διαχρονικής της ενοείδειας, τη γλώσσα που τη γραφή της ευνουχίσαμε με το έγκλημα του μονοτονικού;
Μήπως φοβόμαστε ότι θα χάσουμε την «ιστορική μας συνείδηση»; Μα είμαστε μάλλον το μόνο κράτος στην υφήλιο που κατασυκοφαντεί συστηματικά την ιστορία του στη σχολική εκπαίδευση των παιδιών του. Και την παραφθείρει. Ποιος απόφοιτος της εγκύκλιας παιδείας στην Ελλάδα ξέρει να εξηγήσει γιατί ο Παρθενώνας είναι σημαντικότερο έργο τέχνης από τον Πύργο του Αϊφελ, ποια σχέση έχει η αθηναϊκή δημοκρατία με το αρχαιοελληνικό άγαλμα ή με τη γνωσιοθεωρία κοινωνικής επαλήθευσης της γνώσης;
Οταν αγνοούμε τι διακυβεύεται στις ταπεινωτικές «συνομιλίες» που μας επιβάλλει η όποια ορντινάντσα του κ. Μπους, ποια πολιτική να ασκήσουμε στο «μακεδονικό», ποια συλλογική αξιοπρέπεια να διασώσουμε;
Καθημερινή Κυριακή 26-10-2008