Απόδραση. Ουσιαστικό γένους θηλυκού. Η απόδραση είναι η πράξη του να δραπετεύει κανείς, να φεύγει κρυφά από χώρο όπου είναι φυλακισμένος: Ανθρωποκυνηγητό για τον εντοπισμό των δραπετών του Κορυδαλλού έχει εξαπολύσει η αστυνομία μετά την απόδραση με ελικόπτερο. Μεταφορικά δηλώνει τη φυγή από μια δυσάρεστη κατάσταση, από ένα περιβάλλον πιεστικό: Απόδραση στην εξοχή.
Η λέξη είναι αρχαιοελληνική και προέρχεται από το ρήμα αποδιδράσκω, που σήμαινε «φεύγω, ξεφεύγω, διαφεύγω από κάπου, κυρίως στα κρυφά». Στα νέα ελληνικά χρησιμοποιείται σπάνια το ρήμα αποδρώ, με την έννοια «δραπετεύω», στον αόριστο (απέδρασα, να αποδράσω), και στους περιφραστικούς χρόνους (έχω αποδράσει κτλ.): Οι Παλαιοκώστας και Ριζάι είχαν αποδράσει και πάλι με ελικόπτερο τον Ιούνιο του 2006.
η ξενασιά και η ανεμελιά δεν έχουν ηλικία!
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλή σαρακοστή!
Ένας ακόμα τρόπος να καλέσεις στη ψυχή σου το Φοίβο και το Διόνυσο. Κι αν ανταποκριθεί κι ο Πάνας έκλεισες το χρόνο στον αετό μακριά από σένα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπόδραση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟυσιαστικό γένους θηλυκού. Η απόδραση είναι η πράξη του να δραπετεύει κανείς, να φεύγει κρυφά από χώρο όπου είναι φυλακισμένος: Ανθρωποκυνηγητό για τον εντοπισμό των δραπετών του Κορυδαλλού έχει εξαπολύσει η αστυνομία μετά την απόδραση με ελικόπτερο. Μεταφορικά δηλώνει τη φυγή από μια δυσάρεστη κατάσταση, από ένα περιβάλλον πιεστικό: Απόδραση στην εξοχή.
Η λέξη είναι αρχαιοελληνική και προέρχεται από το ρήμα αποδιδράσκω, που σήμαινε «φεύγω, ξεφεύγω, διαφεύγω από κάπου, κυρίως στα κρυφά». Στα νέα ελληνικά χρησιμοποιείται σπάνια το ρήμα αποδρώ, με την έννοια «δραπετεύω», στον αόριστο (απέδρασα, να αποδράσω), και στους περιφραστικούς χρόνους (έχω αποδράσει κτλ.): Οι Παλαιοκώστας και Ριζάι είχαν αποδράσει και πάλι με ελικόπτερο τον Ιούνιο του 2006.
Εμείς πετάξαμε αετό μακριά από τη θάλασσα, αλλά ήταν υπέροχα.
ΑπάντησηΔιαγραφή