του Νίκου Γεωργακάκη
Δημοσιευθηκε στην Αυγή 24-6-2014
Σήμερα, που η ΔΕΗ ξαναβρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι μετά τις τελευταίες μνημονιακές ρυθμίσεις, είναι χρήσιμος ένας απολογισμός της πορείας της, ιδιαίτερα μετά το '99.
Αφετηρία για τις ιδιωτικοποιήσεις ήταν ο Ν. 2414/96, επί Σημίτη, με τίτλο «Εκσυγχρονισμός των ΔΕΚΟ», που προέβλεπε τη μετοχοποίηση των σημαντικότερων ΔΕΚΟ και ανάμεσα σ' αυτές όλων των σημαντικών ενεργειακών ΔΕΚΟ. H πορεία ιδιωτικοποίησης προωθήθηκε σταδιακά ώστε να ελέγχονται οι αντιδράσεις. Tην τελευταία περίοδο η διαδικασία αυτή πλησιάζει στο τέλος της, με την τριχοτόμηση της ΔΕΗ (δίκτυα, εργοστάσια, διανομή), την απώλεια του πλειοψηφικού πακέτου για το κράτος και τη δημιουργία και πώληση της «μικρής ΔΕΗ» με προίκα τα πλέον σύγχρονα θερμοηλεκτρικά και υδροηλεκτρικά εργοστάσια.
Οι κατευθύνσεις για την ιδιωτικοποίηση στην ενέργεια δρομολογήθηκαν συνολικά για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις Οδηγίες 1996/92/ΕΚ και 2001/77/ΕΚ για την απορρύθμιση των αγορών Η.Ε. και Φ.Α., αντίστοιχα, και εξειδικεύτηκαν περαιτέρω ανά χώρα.
Μια παραπέρα ώθηση για την ιδιωτικοποίηση της ηλεκτρικής ενέργειας δόθηκε με τη σημαντική Οδηγία 2009/28/ΕΚ για την προώθηση των ΑΠΕ και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Η παρέμβαση της Ε.Ε. δεν περιορίστηκε στην έκδοση των οδηγιών, αλλά και στη χρηματοδότηση των πολιτικών της στην ενέργεια.
Στο πλαίσιο αυτό έχουμε:
* Την αθρόα χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
* Τον χαρακτηρισμό των επενδύσεων ως "εθνικής σπουδαιότητας",
και, κυρίως,
* Την εισαγωγή των εγγυημένων τιμών (Feed in Tariff - FiT), που χωρίς αυτές δεν θα μπορούσαν να γίνουν πραγματικότητα οι ΑΠΕ.
H παραγωγή Η.Ε. με εγγυημένες τιμές από ΑΠΕ είναι μια μορφή ανακατανομής εισοδήματος υπέρ των πλουσίων. Ο εύπορος που έχει πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό μπορεί να επενδύει και να έχει εισόδημα, τη στιγμή που ο φτωχός δυσκολεύεται όλο και περισσότερο να πληρώσει τον λογαριασμό του.
Αν κάνουμε μια στοιχειώδη καταγραφή των ρυθμίσεων της περιόδου του Ν.Φ., μετά και σε συνέχεια της μετοχοποίησης της ΔΕΗ κατά 49% το 2001, διακρίνουμε τις εξής επιμέρους ρυθμίσεις:
* Αποκλεισμό της ΔΕΗ από τη συμμετοχή της σε διαγωνισμούς νέων μονάδων. Αρχές του 2000 αποφασίστηκε η αναστολή του επενδυτικού προγράμματος της ΔΕΗ στην παραγωγή μέχρι να ενταχθούν στο σύστημα 1600 MW από ιδιωτικές μονάδες (Φ.Α.).
* Απαγόρευση επενδύσεων στις ΑΠΕ.
* Επιβολή στοπ σε όλα τα έργα ανάπτυξης υδροηλεκτρικών σταθμών - έργα πολλαπλού σκοπού και μέγιστου κοινωνικού οφέλους.
* Απαγόρευση στην κατασκευή νέων λιγνιτικών μονάδων.
Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε χώρος για ιδιωτικές μονάδες ΑΠΕ και φθηνές -από άποψη κόστους κατασκευής- μονάδες παραγωγής με καύσιμο το ακριβό εισαγόμενο φυσικό αέριο.
Το σύνολο σχεδόν των μεγάλων εγκαταστάσεων ΑΠΕ ανήκουν σε μεγάλες κοινοπραξίες ελληνικών και πολυεθνικών επιχειρηματικών ομίλων, όπως: η ΓEK ΤΕΡΝΑ Α.Ε. - Gaz De France Suez, Ρόκας - Ibedrola, Όμιλος ΕΛ.ΠΕ. - EDISON Italy.
Όσον αφορά τους σταθμούς από Φ.Α., περισσότερο από το 50% της εγκατεστημένης ισχύος ανήκει στις: ΓEK ΤΕΡΝΑ Α.Ε., ΑΚΤΩΡ - Μπόμπολας, Όμιλος ΕΛ.ΠΕ. - EDISON Italy, ΕΝΕL Ιταλία - Κοπελούζος, EdF France κ.λπ.
Οι λιγνιτικές μονάδες και τα υδροηλεκτρικά εργοστάσια ανήκουν ακόμη στη ΔΕΗ, αλλά με την προώθηση του σχήματος της «μικρής ΔΕΗ» τα πλέον σύγχρονα από αυτά θα ξεπουληθούν έναντι πινακίου φακής. Τελευταία προωθήθηκε η ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ, της εταιρείας που ελέγχει τα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας (11.232 χλμ. γραμμών μεταφοράς). Σταδιακά μεγεθύνεται επίσης και η συμμετοχή μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων και funds στο μ.κ. της ΔΕΗ περιθωριοποιώντας τους μικρούς επενδυτές. Ισχυροί όμιλοι και διεθνή funds συγκεντρώνουν μεγάλα πακέτα μετοχών, εκμεταλλευόμενοι τη μεγάλη πτώση του Χρηματιστηρίου. Από το 2003 η εταιρεία Fidelity Investments αποκτά αθόρυβα το 5,01%, από το 2011 η Silchester International Investors εμφανίζεται να κατέχει το 13,8% και πολύ πρόσφατα ο αμερικανικός επενδυτικός όμιλος PIMCO αγόρασε ομόλογα της ΔΕΗ.
Μόνιμη και πολύμορφη υπήρξε η εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ιδιωτών από τη ΡΑΕ, που ούτε κατ' ελάχιστον δεν λειτούργησε ως ανεξάρτητη αρχή ενέργειας, αλλά ως το μακρύ χέρι θεσμοθέτησης των συμφερόντων των ιδιωτικών εταιρειών, σε συνεργασία με τις μνημονιακές κυβερνήσεις. Μόνο την τελευταία τριετία, οι κρατικές επιδοτήσεις που αποφάσισε και νομοθέτησε η ΡΑΕ και μέσω ΔΕΗ εισέπραξαν οι ιδιώτες ηλεκτροπαραγωγοί Φ.Α. ανέρχονται σε 1,2 δισ. ευρώ! Στο πλαίσιο αυτό είχαμε ευνοϊκές ρυθμίσεις σε ημετέρους (π.χ. τιμολόγια σε Μυτιληναίο) ή σκανδαλώδεις ρυθμίσεις για τις εταιρείες Energa και Hellas Power που εξαπάτησαν τους πολίτες και κατακράτησαν και το χαράτσι πριν «πτωχεύσουν»! Το νομοθετικό πλαίσιο συμπληρώνεται με τους νόμους Ν. 3851/2010, γνωστό και ως νόμο Μπιρμπίλη, και τον Ν. 4001/11, με τον οποίο η ΡΑΕ αποκτά αρμοδιότητες υπερυπουργείου που λογοδοτεί μόνο στην Ε.Ε. Αυτό το όργανο των πολυεθνικών ουσιαστικά υποθιστά:
* Τη νομοθετική εξουσία της Βουλής ως αρμόδιο για τη σύνταξη όλων των κανονισμών και των ρυθμίσεων που θα εφαρμόζονται στους κλάδους ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου.
* Την εκτελεστική εξουσία της κυβέρνησης, αφού θα αποφασίζει για τις άδειες παραγωγής, την ανάπτυξη δικτύων, τα τιμολόγια κ.ά.
* Τη δικαστική εξουσία, αφού θα εκδικάζει η ίδια τις όποιες διαφορές, χωρίς δυνατότητα έφεσης και προσφυγής στην ελληνική Δικαιοσύνη.
Η ιδιωτικοποίηση στην ηλεκτρική ενέργεια έχει προχωρήσει σε διαφορετικό βαθμό στις διάφορες χώρες της Ε.Ε, οι εταιρείες ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου στον ένα ή άλλο βαθμό έχουν ιδιωτικοποιηθεί, είτε μέσω χρηματιστηρίου είτε με άμεση πώληση σε ξένες εταιρείες. Εμείς, φαίνεται, οδηγούμαστε στο πιο ακραίο παράδειγμα ιδιωτικοποίησης της Μ. Βρετανίας, με ιδιωτικοποίηση περίπου 100%.
Όπως αναμενόταν, στην ενεργειακή πίτα έχουν πέσει πολλά αρπαχτικά και αυτό είναι εμφανές, όχι μόνο στην ηλεκτρική ενέργεια, αλλά και στις άλλες Δ.Ε. (π.χ. ΔΕΠΑ ΔΕΣΦΑ), τους αγωγούς, την έρευνα υδρογονανθράκων κ.λπ. Οι ρυθμίσεις που προωθούνται μεταβάλλονται συνέχεια, αλλά σταθερά είναι προσανατολισμένες στην εξασφάλιση της μεγάλης κερδοφορίας των ιδιωτικών κεφαλαίων εις βάρος των δημόσιων εταιρειών και των λαϊκών αναγκών και συμφερόντων.
Σήμερα, μπορούμε να εκτιμήσουμε πως οι ΑΠΕ και η εισαγωγή του Φ.Α., σε συνδυασμό με τα εμπόδια στην ανάπτυξη της ΔΕΗ και τη δημιουργία ενός πολύ ευνοϊκού επενδυτικού κλίματος για τους ιδιώτες, ήταν οι βασικοί μοχλοί της απορρύθμισης. Μέχρι και το 2009 ιδιωτικές επενδύσεις ΑΠΕ ήταν ενταγμένες στους αναπτυξιακούς νόμους και στηρίχτηκαν με δημόσιες επιχορηγήσεις σε ποσοστό μέχρι και 40%.
Οι ιδιώτες ελέγχουν την ηλεκτρική ενέργεια
Αν λάβουμε υπόψη ότι στη μετοχική σύνθεση της ΔΕΗ συμμετέχουν οι ιδιώτες με 49%, ότι κατέχουν το 59% της ισχύος στο Φ.Α. και το 100% στις ΑΠΕ, η δε ΔΕΗ ελέγχει κατά 100% την ενέργεια από υδροηλεκτρικά εργοστάσια, καταλήγουμε σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα στο συμπέρασμα: το Δημόσιο, μέσω της μετοχοποιημένης ΔΕΗ, ελέγχει περίπου το 35% της εγκατεστημένης ισχύος ηλεκτρικής ενέργειας.Οι επιπτώσεις στην κοινωνία από τις ιδιωτικοποιήσεις και την προώθηση του Τarget Model στο σύστημα λειτουργίας της αγοράς
Μεγάλες είναι οι επιπτώσεις στον λαό, την εθνική οικονομία και τη ΔΕΗ από τον έλεγχο των ιδιωτών στο ηλεκτρενεργειακό σύστημα. Η κύρια επίπτωση είναι στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος σε νοικοκυριά, μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αλλά και στην ηλεκτροβόρα βιομηχανία μας. Τα τιμολόγια έγιναν δυσβάστακτα για τα λαϊκά νοικοκυριά, αλλά και για τις άλλες κοινωνικές ομάδες, πλην ορισμένων «ημετέρων» επιχειρηματιών που αντλούν υπερκέρδη από την κρίση. Τα χρόνια της κρίσης, οι αυξήσεις στην τιμή του ρεύματος για τα νοικοκυριά έφθασαν το 22,5% και για τη βιομηχανία το 10%. Από το 2000 ώς το 2013, η συνολική αύξηση στην τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας ήταν 102% για τα νοικοκυριά και 76,3% για τη βιομηχανία. Ως συνέπεια είχαμε 500.000 νοικοκυριά να μείνουν χωρίς ρεύμα και ενεργοβόρες βιομηχανίες να κλείνουν ή να σκέφτονται να μετακομίσουν στο εξωτερικό. Η Ελλάδα βρίσκεται σε συνθήκες ενεργειακής πενίας. Το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό, η εκτίναξη των τιμών συμβαίνει και στις άλλες χώρες της Ε.Ε. και είναι σημαντικές, όμως στην Ελλάδα οι ανατιμήσεις είναι υπέρογκες. Με το μοντέλο Τarget Model που προωθεί σήμερα η Ε.Ε. θα έχουμε και αναδιανομή πλούτου ανάμεσα σε Βορρά και Νότο.Σχέσεις Ελλάδας - Ε.Ε. στην ηλεκτρική ενέργεια
Το Τarget Model σημαίνει πρακτικά τη δημιουργία μιας ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας, όπου επτά επιμέρους περιφερειακές αγορές (Regional Groups) θα συναλλάσσονται μέσω ενός πανευρωπαϊκού ενεργειακού χρηματιστηρίου.Η Ελλάδα έχει ενταχθεί στην κεντρική - νότια ευρωπαϊκή αγορά (Central South) που περιλαμβάνει Γαλλία, Γερμανία, Αυστρία, Σλοβακία, Ιταλία και Ελλάδα. Σημειώνεται ότι από τα μέσα του 2000 υπάρχουν αρκετές περιφερειακές αγορές Η.Ε. και αντίστοιχα ενεργειακά χρηματιστήρια.
Οι συναλλαγές θα γίνονται σε τιμή που θα αρχίζει από κάποια τιμή βάσης, συν την τιμή που θα καθορίζεται από την προσφορά και τη ζήτηση στο χρηματιστήριο ηλεκτρικής ενέργειας, όπως πάνω κάτω λειτουργεί και η πετρελαϊκή αγορά. Δεν προχωράμε σε λεπτομερή ανάλυση αυτής της αγοράς για λόγους δυσκολίας συνοπτικής παρουσίασης, όμως τα συμπεράσματα των προοδευτικών τεχνικών είναι κοινά.
Θα υπάρξουν, στο εσωτερικό, οφέλη για τους ιδιώτες (που διαθέτουν ως καύσιμη ύλη φυσικό αέριο και ΑΠΕ) έναντι της ΔΕΗ. Επίσης θα υπάρξουν οφέλη για χώρες όπως η Γερμανία, εξαιτίας της κοινής περιφερειακής αγοράς που θα διαμορφώνει μικρότερη οριακή τιμή συστήματος (ΟΤΣ) σε σύγκριση με τη σημερινή. Η σύγκλιση τιμών στην Ε.Ε. θα επιτευχθεί με τη μείωση των τιμών στη Γερμανία και την αύξηση των τιμών στην Ελλάδα. Σχηματικά, η Ελλάδα θα εξάγει φθηνή λιγνιτική ενέργεια (ανταγωνιστική με τις τιμές στις ευρωπαϊκές αγορές, δεν είναι άλλωστε τυχαίο το ενδιαφέρον των RWE και EdF για τη μεγάλη ΔΕΗ) και θα εισάγει σε τιμή σαφώς υψηλότερη από τις ακριβότερες ευρωπαϊκές αγορές. Σε περίπτωση ελλείμματος ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, οι διαφορές στις τιμές θα είναι μεγάλες και θα επιβαρύνουν σημαντικά την εγχώρια τιμή.
Το ελληνικό μοντέλο αγοράς (Μandatory Ρool) χρησιμοποιείται από πολλούς διαχειριστές των ΗΠΑ, ενώ το μοντέλο των Βilateral Contracts, αυτό δηλαδή που προωθείται σήμερα και στη χώρα μας, έχει υιοθετηθεί σχεδόν αποκλειστικά στις χώρες της Ε.Ε. Βλέπουμε το παράδοξο η Ε.Ε. να είναι πολύ πιο φιλελεύθερη απ' ό,τι η ίδια η μητρόπολη του καπιταλισμού.
Με βάση τα παραπάνω, αποτελεί βασικό καθήκον η μελέτη των επιπτώσεων από την ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική και η διαμόρφωση σχεδίου άμυνας και υπεράσπισης των δικών μας συμφερόντων.
Συμπεράσματα. Άμεσες ενέργειες από μια κυβέρνηση της Αριστεράς. Ανάκτηση του ελέγχου
Αποτιμώντας, συνοπτικά, το μοντέλο απορρύθμισης που εφαρμόστηκε στην ελληνική αγορά, διαπιστώνουμε ότι:* Προκάλεσε μια υδροκέφαλη αγορά Η.Ε. με υπερβάλλουσα εγκατεστημένη ισχύ και ταυτόχρονη σταθερή μείωση της ζήτησης.
* Κόστισε περίπου 15 δισ. με υψηλά επιτόκια δανεισμού.
* Επέβαλε τη λειτουργία μονάδων Φ.Α. με εισαγόμενο ενεργειακό καύσιμο και υψηλό λειτουργικό κόστος.
* Ο όποιος ενεργειακός σχεδιασμός αποδείχθηκε λανθασμένος και εξωπραγματικός για τα δεδομένα της χώρας.
* Ο δρόμος αυτός είναι αδιέξοδος και πρέπει να αλλάξει άρδην. Είναι ο δρόμος που στηρίχτηκε στις ιδιωτικοποιήσεις. Θα παλέψουμε για αποτροπή της παραπέρα ιδιωτικοποίησης και αντιστροφή της πορείας.
Θα μπορούσε η Ελλάδα, που πρωτοπορεί σήμερα στην Ευρώπη αναδεικνύοντας μια ισχυρή Αριστερά, να πρωτοστατήσει και στην αμφισβήτηση του μοντέλου του Ν.Φ., δηλαδή της λιτότητας για τον λαό και της κατεδάφισης των εργασιακών κατακτήσεων των εργαζόμενων. Έχοντας ως στρατηγική στόχευση τον καθοριστικό έλεγχο του ενεργειακού κλάδου από μια κυβέρνηση της Αριστεράς, επικεντρώνουμε σήμερα στον αγώνα για ακύρωση της ιδιωτικοποίησης του ΑΔΜΗΕ και της αποτροπής της επικείμενης ιδιωτικοποίηση της «μικρής ΔΕΗ».
Δεν μπορούμε να αποδεχτούμε την εκποίηση των λιγνιτικών κοιτασμάτων και των θερμοηλεκτρικών σταθμών, όπως και την εκμετάλλευση των ΥΗΣ και του υδάτινου δυναμικού της χώρας, που είναι δημόσια περιουσία, από τους ιδιώτες. Μια τέτοια εξέλιξη θα καταστήσει απαγορευτική κάθε συμπληρωματικότητα των δραστηριοτήτων παραγωγής και διάθεσης ηλεκτρικής ενέργειας, θα μειώσει κατακόρυφα την αξιοπιστία του ηλεκτρικού συστήματος αυξάνοντας τους κινδύνους για συνεχείς και εκτεταμένες διακοπές, θα καταργήσει κάθε δυνατότητα ορθολογικής αξιοποίησης των ορυκτών και υδάτινων πόρων και των υποδομών αξιοποίησής τους σε όφελος των τοπικών κοινοτήτων και ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας.
Σε κοινή δήλωση που κατέθεσαν στις Βρυξέλλες (Eurelectric) στις 11 Οκτωβρίου 2013, οι διευθύνοντες σύμβουλοι δέκα ευρωπαϊκών ενεργειακών κολοσσών (RWE, EON, Wattenfall, ENEL, ENI, EdF, GdF-Suez, Iberdrola, Gas Natural, CEZ) προειδοποιούν ότι η αγορά ηλεκτρισμού της Ε.Ε. απειλείται από δύο μεγάλα προβλήματα: τις υψηλές τιμές και τη μείωση της ασφάλειας εφοδιασμού.
Η εναντίωση του ΣΥΡΙΖΑ στην πολιτική του ακραίου Ν.Φ. θα εκφραστεί με την εναντίωση σε όλα τα μέτρα εμπορευματοποίησης ενός ζωτικού αγαθού, όπως είναι η ενέργεια, που δεν μπορεί να αποτελεί πεδίο κερδοσκοπίας από πλευράς του κεφαλαίου, αλλά αγαθό στην υπηρεσία της κοινωνίας και υπό δημόσιο έλεγχο.
* Εναντιωνόμενοι στον Ν.Φ., εναντιωνόμαστε στα συγκεκριμένα μέτρα που εφάρμοσε (π.χ. ιδιωτικοποιήσεις, κατεδάφιση εργασιακών σχέσεων κ.λπ.) την τελευταία δεκαπενταετία.
Σήμερα ο στόχος αυτός συμβαδίζει με την απαίτηση να φύγουν οι μνημονιακές κυβερνήσεις που εγκληματούν εις βάρος του λαού, που αποδέχονται να ξεπουλιέται η ΔΕΗ, που δεν νοιάζονται για τη φτώχεια στην οποία έχει περιπέσει ο ελληνικός λαός.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, αναλαμβάνοντας τη διακυβέρνηση, θα σταματήσει άμεσα κάθε διαδικασία περαιτέρω ιδιωτικοποίησης και εκποίησης των δημοσίων επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, επιχειρησιακής και λειτουργικής, ενώ παράλληλα θα ξεκινήσει, όπως είχε δεσμευτεί και προεκλογικά, στη διαδικασία επαναφοράς στον δημόσιο τομέα των επιχειρήσεων που έχουν περάσει σε χέρια ιδιωτών. Σε περίπτωση που ολοκληρωθεί η πώληση της ΔΕΗ, η επανάκτηση του ελέγχου της από μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα είναι άμεση προτεραιότητά μας.
Ειδικά για την αντιμετώπιση των εξελίξεων και τυχόν αντιδράσεων από Ε.Ε., επιβάλλεται σχεδιασμός σε βάθος και λεπτομέρεια για την αντιμετώπιση των όποιων αντιποίνων και όχι στάση ουδέτερου παρατηρητή και σιωπηρού αποδέκτη όσων σχεδιάζονται πριν από μας για μας, όπως ώς σήμερα, χωρίς καμιά αντίδραση από τις υποτελείς κυβερνήσεις μας.
Επειδή η ανατροπή του status στην Ευρώπη δεν είναι εύκολη υπόθεση και δεν διαφαίνονται γρήγορες μεταβολές, δύσκολα ένας σκεπτόμενος άνθρωπος να μην αναρωτηθεί: "Καλά και μέχρι τότε τι κάνουμε»;