Newsletter , about physician without therapy and some others. Politics, science , human rights.Earth, Society, Travel.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Anthropology. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Anthropology. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2015
Μινώταυρος, Πιτυοκάμπτης, Σκίρρωνας και Προκρούστης.
Μινώταυρος, Πιτυοκάμπτης, Σκίρρωνας και Προκρούστης.
Ήταν απλοί μύθοι οι άθλοι του Θησέα ή η ιστορική απαρχή του χρυσού αιώνα της Αρχαίας Αθήνας; Η υποχώρηση στον ευρωπαϊκό νεοφιλελευθερισμό και τον γερμανικό δημοσιονομικό κορσέ του Ιούλη είναι πορεία στην ομίχλη ή κέρδος χρόνου και προοπτική ανάκαμψης για το σήμερα;
Η βεβαρυμμένη καθημερινή μας ζωή , η εσωτερική λεγομένη πολιτική δεν αφήνει πολλά ερωτήματα δοκησισοφίας μόνο προβλήματα που ζητούν εναλλακτικές του συστήματος των 40 χρόνων συντηρητικής διακυβέρνησης λύσεων. Τα προβλήματα με τη μορφή μυθικών ανθρωπόμορφων τεράτων ζητούν να εξοντωθεί η δίκαιη και χειμαζόμενη κοινωνία των Ελλήνων.
Εν αρχή η λιτότητα και οι επιπτώσεις της στο μέλλον των νέων, που να στηριχτούν να φτιάξουν οικογένεια να βρουν δουλιά με σταθερές συνθήκες εργασίας και ασφάλισης, να σκεφτούν ζητήματα υγείας και ασφάλισης γηρατειών όταν τα μνημόνια έχουν προκαλέσει 1,5 εκατ ανέργους και 2,6 εκατομ. πτωχοποιημένους; Είναι τελικά το πρόβλημα του χαμένου ονείρου, του ελλείποντος χαμόγελου και της υπογεννητικότητας στη Χώρα.
Αν θέλουμε να ανακάμψουμε έπρεπε άμεσα να συμβάλουμε στη μείωση των τιμών ΔΕΗ, νερού και ειδών βασικής διατροφής. Να ελέγχουμε το 60% σήμερα ανασφάλιστης εργασίας να ισχυροποιήσουμε τους μηχανισμούς που βρίσκουν εκατοντάδες εταιρείες να δουλεύουν με ισχνούς μισθούς, με ανασφάλιστους εργαζόμενους, με ελαστικά ωράρια και απλήρωτη εργασία. Οι Μανωλάδες και τα σκλαβοπάζαρα, οι εταιρείες τηλεφωνητριών και καθαριστριών τα delivery και τα σουβλατζίδικα δεν είναι δουλιές που χτίζουν οικογένειες αλλά είναι οι μόνες υπάρχουσες!
Ο έλεγχος των αλυσίδων τροφίμων από ολιγοπώλια με συντεταγμένη σε τραστ πολιτική τιμών ιδίων προϊόντων και οι μεταφορές τους από τις χώρες παραγωγής και μεταποίησης ιδίως με φορτηγά εταιρειών συγκεκριμένης ιδεολογίας μόνο εξάρτηση πείνας μπορούν να προκαλέσουν σε μια προοδευτική κυβέρνηση που θέλει να υλοποιήσει τους στόχους της. Αν πάλι εκβιαζόμενη η αριστερή κυβέρνηση από τον ισχνό συσχετισμό δυνάμεων δεν ρισκάρει σε πιθανές ρήξεις υπερ των ασθενέστερων τάξεων έρχεται να απογυμνωθεί κινημάτων και εξουσιών. Όταν χτίζεις θέλεις σχέδιο ,μαστόρους και τα κατάλληλα υλικά.
Πάμε στο φωτεινό μονοπάτι των ρυθμισμένων κόκκινων δανείων των στεγαστικών και καταναλωτικών. Κατ αρχάς αφορούν το 23% και το 25% εξ αυτών υπόκεινται στο νόμο Κατσέλη τα υπόλοιπα έχουν ένα μπούσουλα για το 92% ευνοϊκό αφήνοντας απ έξω μεγάλους ιδιοκτήτες, δανειολήπτες σε ελβετικό φράγκο και άλλες υποκατηγορίες. Εκκρεμούν τα επιχειρηματικά που είναι το χοντράγγαθο των τραπεζικών εκκρεμοτήτων. Βλέπετε ο δικομματισμός ΝΔ-ΠΑΣΟΚ παλιά και νέα τζάκια τα προίκιζε τα στόλιζε στη καμπούρα τη δικιά μας. Οι υπεύθυνοι τραπεζίτες ακόμα δεν έχουν συλληφθεί και καταστεί υπεύθυνοι. Για να είναι η τελευταία κεφαλαιοποίηση η μόλις συντελεσθείσα πρέπει να καταλογιστούν ευθύνες για τις απώλειες των 240 δις από το 2008, μόνο 50 δις το 2013, πρέπει να αρθούν ασυλίες σε συνένοχους πολιτικούς που προκλητικά κουνούν το δάκτυλο καταγγελτικοί και ηδονιστές της διαπλοκής του παρελθόντος. Όλη η Ευρώπη έχει ρευστότητα και 6-7% νορμάλ ποσοστό κόκκινων μη εξυπηρετούμενων δανείων, εδώ επιδοτήσεις, χορηγίες κόκκινα δάνεια 40% (ο ορισμός της τραπεζικής αποτυχίας) και δεκάδες προκλητικές δηλώσεις Άδωνη- Βούλτεψης Βενιζέλου Σαμαρά Χαρδούβελη και Μητσοτάκη για τα λεφτά έξω επί Τσίπρα. Ναι το κλίμα των λιστών για έλεγχο των ληστών αλλά και με ποιο εξειδικευμένο προσωπικό όταν γενική γραμματεία εσόδων και ΣΔΟΕ πάσχουν από κεφαλής και πολυδαίδαλων ουρών. Κάποτε οι υπάλληλοι του κράτους πρέπει να κάνουν τη δουλιά τους χωρίς μεμψιμοιρίες και «ατυχήματα» Οι έλεγχοι κεφαλαίων κρατούν ακόμα από τον εκβιασμό του Γιουρογκρούπ του Ιούλη και η προσπάθεια για επενδυτική Αττική τράπεζα βρίθει τεχνικών εμποδίων. Η Ευρωπαϊκή βαθειά αντιδραστική τάση που εκπροσωπεί τραπεζικούς κολοσσούς τοξικού ρίσκου με τις τρύπες των 57τρις υπαγορεύει ακόμα τις δηλητηριώδεις προτάσεις της στην Ελληνική κοινωνία. Θέλουν εκτός από το τομάρι του Τσίπρα να ισοπεδώσουν και όλη την εργατική τάξη της Ευρώπης. Το κεφάλαιο σε αυτό το τόπο έδειξε ότι σαν κρατικοδίαιτο γίνεται ασύδοτο άσωτο και άχρηστο. Πρέπει να τους καταλογιστούν οι δανειακές και περιβαλλοντολογικές ευθύνες μέχρι τελευταίου ευρώ. Οι ενεργοί μικρομεσαίοι πρέπει να στηριχτούν το συντομότερο και με δίκαιο φορολογικό.
Σωστά θα υπστηριχθούν από τις οφειλές του κράτους πρωτίστως οι αγρότες και ο πολύπαθος χώρος της υγείας ας διοικηθεί πρώτα για να ελεγχθούν οι δαπάνες και να στοχεύσουμε σε χρήσιμο ανθρώπινο δυναμικό παλιό και νέο. Η αντίληψη ότι μέσω του μη συστήματος θα ολοκληρώσουμε εμείς την καταστροφή των Λυκουρέντζου-Λομβέρδου-Γεωργιάδη-Βορίδη κάποτε πρέπει να φωτιστεί σαν η πιο εγκληματική πτυχή της γενοκτονίας του Ελληνικού λαού στα χρόνια της ύφεσης. Κάποιοι σύμβουλοι και παράγοντες τείνω να συμπεράνω ότι ‘λύνουν» και το ασφαλιστικό συνεχίζοντας την καταστροφή των δημοσίων δομών. Για δε τις ιδιωτικές μεσαίες και μεγάλες έχασαν και το όριο κάποιας επιστημοσύνης και χρηστικότητας που κάποτε προσέφεραν.
Η κόψη του μνημονιακού ξυραφιού επεκτείνεται στον αφελληνισμό της ναυτιλίας, το χτύπημα του τουρισμού, το ξεκοκάλισμα της δημόσιας περιουσίας, τον προστατευτισμό του Σαμαρά στους εθνικούς εργολάβους και τις ΣΔΙΤ που επέκτεινε χειραγωγικά. Τα αεροδρόμια στο μαξιλάρι του Σόυμπλε και η κινέζικη ηγεμονία στο λιμάνι μόνο την αδυναμία μας σαν κυβέρνηση προοιωνίζουν. Τα δε μέτωπα της φοροδιαφυγής και της απονομής δικαιοσύνης ιδίως στις 35 μεγάλες εκκρεμοδικίες κοινωνικού ενδιαφέροντος θα καθορίσουν και το κλίμα των οψέποτε νέας εκλογικής αναμέτρησης. Για να επανέλθουν οι νέοι επιστήμονες στη πατρίδα, για να αξιοποιηθούν δημιουργικά οι όποιοι εναπομείναντες φτωχοδιαβολοι της προσφυγιάς σε στοχευμένες εγκαταλελειμμένες ορεινές και νησιώτικες περιοχές με γραπτές υποχρεώσεις και καθήκοντα, για να αξιοποιηθούν ενεργειακές πολιτικές με ανανεώσιμες μορφές ενέργειας φιλικές για το φαινόμενο του θερμοκηπίου η Χώρα μπορεί να κεφαλαιοποιήσει αξίες και να μετοχοποιήσει ανθρωπιά νομιμότητα και πολιτισμό και πάλι στο τρίστρατο της παρακμής που πρυτανεύει σήμερα σαν αποικία χρέους. Είδατε πόσα τέρατα κυκλοφορούν ελεύθερα ανάμεσά μας;;;…….
30-11-2015
Δρ Λαμπαδάριος Διονύσης.
Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2012
H ιστορία των φαρμακοποιών της Ισλανδίας και τα διδάγματά της
Ας διαβάσουμε
προσεκτικά το παρακάτω κείμενο που μας έστειλε ο Λευτέρης Μαρίνος, για
την ιστορία και τα διδάγματα από τους συναδέλφους μας της ΙΣΛΑΝΔΙΑΣ . Ο
Λευτέρης Μαρίνος, συνάδελφος και συγγραφέας –ερευνητής , μελετάει εδώ και
2 χρόνια σχεδόν, την εξέλιξη των φαρμακείων της Ευρώπης και όχι μόνο,
στην εποχή της οικονομικής κρίσης, τις συνέπειες που είχαν ,τις
αλλαγές που έκαναν ή προσπάθησαν να κάνουν τα φαρμακεία εκεί κλπ. Όσοι
είχαν την τύχη να τον ακούσουν στις ενημερώσεις που μας έκανε,
ενθουσιάστηκαν με το εύρος και την ποιότητα της δουλειάς του. Αλλά θα μας τα
πει και πάλι σύντομα. ΠΟΤΕ; Διαβάστε οι της Αττικής, Πειραιά και
Περιχώρων παρακάτω!
H ιστορία των
φαρμακοποιών της Ισλανδίας και τα διδάγματά της
Τελικά τι
είναι αυτό που μας συμβαίνει; Για να αντιληφθούμε τον τελικό αντίκτυπο
των πολιτικών που εφαρμόζονται στον κλάδο μας, αρκεί να έχουμε τη διάθεση να
διδαχθούμε από την ιστορία των άλλων. Και η ιστορία της ήττας των φαρμακοποιών
ιδιοκτητών ανεξάρτητων φαρμακείων της Ισλανδίας μέσα από τη μελέτη[1]
του τμήματος κοινωνικής φαρμακευτικής του πανεπιστημίου της Δανίας (Department
of Social Pharmacy, Royal Danish School of Pharmacy, Copenhagen, Denmark) έχει
να μας προσφέρει την αποκρυσταλλωμένη γνώση που χρειαζόμαστε. Το αντικείμενο
της μελέτης συνοψιζόταν στο εξής ερώτημα: κάτω από ποιες συνθήκες μπορεί ένας
επαγγελματικός κλάδος να συνηγορήσει σε εκείνες τις κυβερνητικές πολιτικές που
οδηγούν στην απορύθμιση (καλείται monopoly στο άρθρο) του επαγγέλματος και
τελικά στην ίδια την αποσύνθεσή του;
Οι συγγραφείς της
μελέτης καταλήγουν ότι τρεις παράγοντες συνετέλεσαν στη διάρρηξη του
ρυθμιστικού πλαισίου της φαρμακευτικής νομοθεσίας:
1.
η σαφής κυβερνητική βούληση για την εφαρμογή νέων πολιτικών ανταγωνισμού και
απορύθμισης.
2.
η σαφής κυβερνητική βούληση για τη μείωση των δαπανών υγείας
3.
οι εσωτερικές διαιρέσεις των μελών που απαρτίζουν τον συγκεκριμένο
επαγγελματικό κλάδο.
Μάλιστα για το τρίτο
σημείο οι ερευνητές μπόρεσαν να διακρίνουν τουλάχιστον τέσσερις τέτοιες
εσωτερικές διαιρέσεις μεταξύ:
1.
φαρμακοποιών αστικών κέντρων και επαρχίας
2.
εργοδοτών και εργαζόμενων
3.
διαφορετικών επιπέδων εκπαίδευσης μεταξύ των φαρμακοποιών
4.
και τέλος μεταξύ νέων και παλαιών φαρμακοποιών.
Το συμπέρασμα της μελέτης
είναι το εξής: Το άρθρο αυτό δείχνει πώς ένα επάγγελμα που αποδυναμώθηκε από
τις εσωτερικές διαμάχες μετατράπηκε σε θήραμα για τις πολιτικές περικοπής των
δαπανών για την υγεία. Αυτή η μελέτη παραθέτει ένα παράδειγμα του πώς οι
εσωτερικές συγκρούσεις, όχι μόνο αποδυναμώνουν ένα επάγγελμα, αλλά δημιουργούν
ένα ευνοϊκό κλίμα ώστε να χαθεί το ρυθμιστικό πλαίσιο . Τα ευρήματά μας
εγείρουν θεμελιώδη ερωτήματα σχετικά με το μέλλον των επαγγελμάτων στην
κοινωνία σήμερα. (Social Science & Medicine, 1999)
Αν κανείς σκεφτεί ότι από
τις τρεις αρχικές προϋποθέσεις για τη διάρρηξη του ρυθμιστικού πλαισίου οι δύο,
δηλαδή η κυβερνητική βούληση για την εφαρμογή νέων πολιτικών ανταγωνισμού και
απορρύθμισης καθώς και η προσήλωση στη μείωση των δαπανών είναι ομολογημένη και
φανερή, μας μένει μόνο η τρίτη για να ολοκληρωθεί το εγχείρημα. Είναι εύλογο
ότι για το σκοπό αυτό, οι όποιες διαφορές υπάρχουν θα τροφοδοτηθούν προκειμένου
να διογκωθούν τόσο, ώστε το βάρος τους να συνθλίψει τη σπονδυλική στήλη του
κλάδου που δεν είναι άλλη από τη συνοχή και την εμπιστοσύνη μεταξύ των μελών
του, στην επίτευξη των κλαδικών του αιτημάτων.
Δική μας υποχρέωση είναι να
αναγνωρίσουμε και να απαξιώσουμε αυτές τις δηλητηριώδεις ενέργειες που
σπέρνουν διχόνοια και αν όντος επιδιώκουμε να πορευθούμε και να αγωνιστούμε με
αυτοπεποίθηση για τη σωτηρία του τμήματος της πρωτοβάθμιας περίθαλψης που
έχουμε αναλάβει καθώς και τη δική μας, θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι είναι
επιτακτική ανάγκη να μάθουμε από την ιστορία των άλλων.
[1] No struggle, nostrength: how pharmacists lost their monopoly. Soc Sci Med. 1999
May;48(9):1247-58.
ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ 6-09-2012
Τετάρτη 11 Μαΐου 2011
Φονιάδες ο Παπουτσής και ο Οικονόμου
Ανακοίνωση Τοπικής Επιτροπής ΕΙΝΑΠ Γενικού Νοσοκομείου Νίκαιας
11/5/2011
Σήμερα γίναμε μάρτυρες της ατέλειωτης και ασύλληπτης βαρβαρότητας που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση των μνημονίων προκειμένου να καταστείλει κάθε υγιή αντίδραση πολίτη που αντιστέκεται στα σχέδια που απεργάζεται το ξένο και ντόπιο κεφάλαιο και εφαρμόζουν πιστά οι υπηρέτες τους στη χώρα.
Δεκάδες τραυματισμένοι – χτυπημένοι από τα ΜΑΤ διαδηλωτές διακομίστηκαν με το ΕΚΑΒ ή ήλθαν μόνοι τους στο νοσοκομείο μας. Οι περισσότεροι με θλαστικά τραύματα στο κεφάλι. Ανάμεσά τους 30χρονος διαδηλωτής που διακομίστηκε σε βαριά, προθανάτιο κατάσταση, με ανισοκορία και τεράστιο επισκληρίδιο αιμάτωμα. Αυτήν τη στιγμή χειρουργείται από συναδέλφους μας που αγωνίζονται να σώσουν τη ζωή του.
Καταγγέλλουμε την αστυνομική αυθαιρεσία και βαρβαρότητα.
Καταγγέλλουμε όλα τα μέλη της Ελληνικής Κυβέρνησης και τον πρωθυπουργό της χώρας για την δολοφονική απόπειρα ενάντια στον συγκεκριμένο συμπολίτη μας που είναι σε βαριά κατάσταση και κινδυνεύει η ζωή του, αλλά και ενάντια σε όλους τους άλλους διαδηλωτές.
Η βία και η καταστολή ενάντια στο λαό που αντιστέκεται έχουν κοντά ποδάρια.
Η κυβέρνηση, με την ασύστολη τακτική του βιασμού όλων των λαϊκών δικαιωμάτων που είναι απαραίτητα για την επιβίωση, αλλά και με την ωμή άσκηση βίας που άμεσα απειλεί τις ζωές συμπολιτών μας, το μόνο που καταφέρνει είναι να μεγαλώνει το πείσμα και την απόφαση που έχουμε πάρει να αγωνιστούμε μέχρις εσχάτων για να έχει ο λαός μας ψωμί, παιδεία και ελευθερία.
Δεν θα ησυχάσουμε μέχρις ότου τιμωρηθούν οι ένοχοι της δολοφονικής απόπειρας! Δεν θα ησυχάσουμε μέχρις ότου κερδίσει ο λαός μας όλα όσα δικαιούται!
Η φωτό από το Βαθύ Κόκκινο
11/5/2011
Σήμερα γίναμε μάρτυρες της ατέλειωτης και ασύλληπτης βαρβαρότητας που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση των μνημονίων προκειμένου να καταστείλει κάθε υγιή αντίδραση πολίτη που αντιστέκεται στα σχέδια που απεργάζεται το ξένο και ντόπιο κεφάλαιο και εφαρμόζουν πιστά οι υπηρέτες τους στη χώρα.
Δεκάδες τραυματισμένοι – χτυπημένοι από τα ΜΑΤ διαδηλωτές διακομίστηκαν με το ΕΚΑΒ ή ήλθαν μόνοι τους στο νοσοκομείο μας. Οι περισσότεροι με θλαστικά τραύματα στο κεφάλι. Ανάμεσά τους 30χρονος διαδηλωτής που διακομίστηκε σε βαριά, προθανάτιο κατάσταση, με ανισοκορία και τεράστιο επισκληρίδιο αιμάτωμα. Αυτήν τη στιγμή χειρουργείται από συναδέλφους μας που αγωνίζονται να σώσουν τη ζωή του.
Καταγγέλλουμε την αστυνομική αυθαιρεσία και βαρβαρότητα.
Καταγγέλλουμε όλα τα μέλη της Ελληνικής Κυβέρνησης και τον πρωθυπουργό της χώρας για την δολοφονική απόπειρα ενάντια στον συγκεκριμένο συμπολίτη μας που είναι σε βαριά κατάσταση και κινδυνεύει η ζωή του, αλλά και ενάντια σε όλους τους άλλους διαδηλωτές.
Η βία και η καταστολή ενάντια στο λαό που αντιστέκεται έχουν κοντά ποδάρια.
Η κυβέρνηση, με την ασύστολη τακτική του βιασμού όλων των λαϊκών δικαιωμάτων που είναι απαραίτητα για την επιβίωση, αλλά και με την ωμή άσκηση βίας που άμεσα απειλεί τις ζωές συμπολιτών μας, το μόνο που καταφέρνει είναι να μεγαλώνει το πείσμα και την απόφαση που έχουμε πάρει να αγωνιστούμε μέχρις εσχάτων για να έχει ο λαός μας ψωμί, παιδεία και ελευθερία.
Δεν θα ησυχάσουμε μέχρις ότου τιμωρηθούν οι ένοχοι της δολοφονικής απόπειρας! Δεν θα ησυχάσουμε μέχρις ότου κερδίσει ο λαός μας όλα όσα δικαιούται!
Η φωτό από το Βαθύ Κόκκινο
Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2011
Ο καθ. Θεοδόσης Π. Τάσιος για την ηθική στη πολιτική
. Κατα την αντίληψη του γράφοντος, αυτό που λέμε «ηθική» συμπεριφορά συνδέεται πιθανότατα με δύο, αλληλένδετους άλλωστε, σκοπούςπου υπηρετούν το Είναι (την Αυτοσυντηρησία καί την Αυτοεπιβεβαίωσή-μου): Δηλαδή συνδέεται αφενός με την Αλληλεγγύη (προϋπόθεση για την πρακτική επιβίωση της Ομάδας), και αφετέρου με την Συμπάθεια (την υποστασιακή ανάγκη να δομώ και να συντηρώ ενα Εγώ, καθρεφτιζόμενος στα μάτια του Αλλου). Αν νοιώθουμε την ανάγκη να αποπειραθούμε μιαν αποσαφήνιση της έννοιας της ηθικότητας (μιαν ενδεχόμενη ελάφρυνση απο μυθοποιητικά χαρακτηριστικά. Οπως το «μυστικό χάρισμα που δόθηκε στον άνθρωπο να διακρίνει το καλό απ΄ το κακό». Ή, όπως ο ορισμός της ηθικότητας ως «υπακοής στις δείνα εντολές»- θρησκευτικής συνήθως προελεύσεως…), τότε η ως άνω διττή λειτουργία του Ηθους, μπορεί ν΄ αποτελέσει κι ενα χρήσιμο εργαλείο για την κατανόηση των κοινωνιών των ανθρώπων καί των ζώων.
Σημειωτέον οτι η θεώρηση αυτή δέν αντιφάσκει με την εξελικτική ερμηνεία της ηθικής, αφού αναγνωρίζει την ισχυροποίηση της Ομάδας χάρις στην «ηθική» συμπεριφορά των μελών-της (και επομένως την απόκτηση σπουδαίου πλεονεκτήματος στον εξελικτικό ανταγωνισμό- για να επιβιώσουν τελικώς μόνον εκείνες οι Ομάδες των οποίων τα μέλη νοιώθουν αυτήν την ηθική). Η διττή ερμηνεία την οποία ακολουθούμε, προσθέτει απλώς άλλο ένα κίνητρο ηθικής συμπεριφοράς (κίνητρο για την ικανοποίηση και μιας άλλης κατηγορίας υπαρξιακών αναγκών)- χωρίς καθόλου να αρνείται την πρώτη ερμηνεία.
Ανάλογα, η ως άνω διττή ερμηνεία δέν αντιφάσκει ούτε και προς την ιδεαλιστική άποψη της «ικανότητας του Ανθρώπου να ακολουθεί το Αγαπάτε Αλλήλους»: Πράγματι, η δεύτερη λειτουργία του ήθους την οποία υποθέτουμε εδώ, υποδεικνύει το άμεσο υποστασιακό κέρδος που έχεις όταν συμπάσχεις με τον Πλησίον σου. Με αυτά τα δεδομένα, σ΄ αυτά που ακολουθούν θα αποδίδομε τον όρο «ηθικό» σε κάθε χαρακτηριστικό συμπεριφοράς ζώων ή ανθρώπων το οποίο θα αντικρίζει μιάν απ΄ τις δυό ή αμφότερες τις λειτουργίες του ηθικού ενεργήματος τις οποίες διατυπώσαμε στην αρχή αυτής της παραγράφου.
Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2010
Αναφορά στον Γκρέκο. Νίκος Καζαντζάκης

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ :
ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ
Εισαγωγή
Η Αναφορά μου στον Γκρέκο δεν είναι αυτοβιογραφία· η ζωή μου η προσωπική για μένα μονάχα έχει κάποια, πολύ σχετική, αξία, για κανένα άλλον. Η μόνη αξία που της αναγνωρίζω είναι ετούτη: ο αγώνας της ν' ανέβει από σκαλοπάτι σε σκαλοπάτι και να φτάσει όσο πιο αψηλά μπορούσαν να την πάνε η δύναμή της και το πείσμα — στην κορφή που αυθαίρετα ονομάτισ
α Κρητική Ματιά.Θα βρεις λοιπόν, αναγνώστη, στις σελίδες ετούτες την κόκκινη γραμμή, καμωμένη από στάλες αίμα μου, που σημαδεύει την πορεία μου ανάμεσα στους ανθρώπους, στα πάθη και στις ιδέες. Κάθε άνθρωπος άξιος να λέγεται γιος του ανθρώπου σηκώνει το σταυρό τον κι ανεβαίνει το Γολγοθά το. Πολλοί, οι πιο πολλοί, φτάνουν στο πρώτο, στο δεύτερο σκαλοπάτι, λαχανιάζουν, σωριάζουνται στη μέση της πορείας και δε φτάνουν στην κορφή του Γολγοθά — θέλω να πω στην κορφή του χρέους τους — να σταυρωθούν, ν' αναστηθούν, και να σώσουν την ψυχή τους. Λιποψυχούν, φοβούνται να σταυρωθούν, και δεν ξέρουν πως η σταύρωση είναι ο μόνος δρόμος της ανάστασης· άλλον δεν έχει.
Τέσσερα στάθηκαν τ' αποφασιστικά σκαλοπάτια στο ανηφόρισμά μου, και το καθένα φέρνει ένα ιερό όνομα: Χριστός, Βούδας, Λένιν, Οδυσσέας. Αυτή την αιματερή πορεία μου, από τη μια από τις μεγάλες αυτές ψυχές στην άλλη, τώρα που ο ήλιος βασιλεύει, μάχουμαι στο Οδοιπορικό μου ετούτο να σημαδέψω. Έναν άνθρωπο ν' ανεβαίνει, με την ψυχή στο στόμα, το κακοτράχαλο βουνό της μοίρας του. Αλάκερη η ψυχή μου μια Κραυγή· κι όλο μου το Έργο, το σχόλιο στην Κραυγή αυτή.
Μια λέξη πάντα, σε όλη μου τη ζωή, με τυραννούσε και με μαστίγωνε η λέξη Ανήφορος· τον ανήφορο αυτόν θα 'θελα εδώ, με αλήθεια μαζί και φαντασία, να παραστήσω· και τις κόκκινες πατημασιές που αφήκε το ανηφόρισμά μου. Και βιάζουμαι, προτού φορέσω το «μαύρο κράνος» και κατέβω στο χώμα, γιατί η αιματωμένη αυτή γραμμή θα 'ναι το μόνο αχνάρι που αφήκε το διάβα μου απάνω στη γης· ότι έγραψα ή έπραζα γράφτηκε και πράχτηκε απάνω στο νερό και χάθηκε.
Φωνάζω τη μνήμη να θυμηθεί, περιμαζώνω από τον αέρα τη ζωή μου, στέκουμαι σαν στρατιώτης μπροστά στο στρατηγό και κάνω την Αναφορά μου στον Γκρέκο· γιατί αυτός είναι ζυμωμένος από το ίδιο κρητικό χώμα με μένα, και καλύτερα απ' όλους τους αγωνιστές που ζουν ή που έχουν ζήσει μπορεί να με νιώσει. Δεν αφήκε κι αυτός την ίδια κόκκινη γραμμή απάνω στις πέτρες;
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Μαζεύω τα σύνεργα μου: όραση, ακοή, γέψη, όσφρηση, αφή, μυαλό, βράδιασε πια, τελεύει το μεροκάματο, γυρίζω σαν τον τυφλοπόντικα σπίτι μου, στο χώμα. Όχι γιατί κουράστηκα να δουλεύω, δεν κουράστηκα, μα ο ήλιος βασίλεψε.
Ο ήλιος βασίλεψε, θάμπωσαν τα βουνά, οι οροσειρές του μυαλού μου κρατούν ακόμα λίγο φως στην κορφή τους, μα η άγια νύχτα πλακώνει, ανεβαίνει από τη γης, κατεβαίνει από τον ουρανό, και το φως ορκίστηκε να μην παραδοθεί· μα το ξέρει, σωτηρία δεν υπάρχει. Δε θα παραδοθεί, μα θα σβήσει.
Ρίχνω στερνή ματιά γύρα μου ποιον ν' αποχαιρετήσω; τι ν' αποχαιρετήσω; τα βουνά, τη θάλασσα, την καρπισμένη κληματαριά στο μπαλκόνι μου, την αρετή, την αμαρτία, το δροσερό νερό; Μάταια, μάταια· κατεβαίνουν όλα ετούτα μαζί μου στο χώμα.
Σε ποιον να εμπιστευτώ τις χαρές και τις πίκρες μου, τις μυστικές δονκιχώτικες λαχτάρες της νιότης, την τραχιά σύγκρουση αργότερα με το Θεό και με τους ανθρώπους, και τέλος την άγρια περηφάνια που έχουν τα γεράματα που καίγουνται μα αρνιούνται,
ως το θάνατο, να γίνουν στάχτη; Σε ποιον να πω πόσες φορές σκαρφαλώνοντας, με τα πόδια, με τα χέρια, τον κακοτράχαλο ανήφορο του θεού, γλίστρησα κι έπεσα, πόσες φορές σηκώθηκα, όλο αίματα, και ξανάρχισα ν' ανηφορίζω; Που να βρω μια ψυχή σαρανταπληγιασμένη κι απροσκύνητη, σαν την ψυχή μου, να της ξομολογηθώ;
Σφίγγω ήσυχα, πονετικά, ένα σβώλο κρητικό χώμα στη φούχτα μου. Το κρατούσα το χώμα ετούτο πάντα μαζί μου, σε όλες μου τις περιπλάνησες, και στις μεγάλες μου αγωνίες το 'σφιγγα μέσα στη φούχτα μου κι έπαιρνα δύναμη, δύναμη μεγάλη, σαν να 'σφιγγα το χέρι φίλου αγαπημένου. Μα τώρα που βασίλεψε ο ήλιος και το μεροκάματο τέλεψε, τι να την κάμω τη δύναμη; Δεν την έχω ανάγκη πια. Κρατώ το χώμα ετούτο της Κρήτης και το σφίγγω με άφραστη γλύκα, τρυφεράδα κι ευγνωμοσύνη, σαν να σφίγγω μέσα στη φούχτα μου και ν' αποχαψετώ το στήθος γυναίκας αγαπημένης. Αυτό ήμουν αιώνια, αυτό θα 'μαι αιώνια, πέρασε αστραπή η στιγμή που στροβιλίστηκες, άγριο χώμα της Κρήτης, κι έγινες αγωνιζόμενος άνθρωπος.
Τι αγώνας, τι αγωνία, τι κυνηγητό του ανθρωποφάγου αόρατου θεριού, τι επικίντυνες ουρανικές και σατανικές δυνάμες η φούχτα ετούτη το χώμα! Ζυμώθηκε μ' αίμα, δάκρυο κι ιδρώτα, γίνηκε λάσπη, γίνηκε άνθρωπος, πήρε τον ανήφορο, να φτάσει — που να φτάσει; Σκαρφάλωνε αγκομαχώντας το σκοτεινό όγκο του θεού, άπλωνε τα χέρια, έψαχνε, έψαχνε και μάχουνταν να βρει το πρόσωπό του.
Κι όταν, τα ολόστερνα ετούτα χρόνια, απελπισμένος πια, ένιωσε πως ο σκοτεινός αυτός όγκος δεν έχει πρόσωπο, τι καινούριος, όλο αναίδεια και τρόμο, αγώνας να πελεκήσει την ακατέργαστη κορφή και να της δώσει πρόσωπο — το πρόσωπό του!
Μα τώρα το μεροκάματο τέλεψε, μαζεύω τα σύνεργα μου ας έρθουν άλλοι σβώλοι χώματα να συνεχίσουν τον αγώνα. Είμαστε, εμείς οι θνητοί, το τάγμα των αθανάτων, κόκκινο κοράλλι το αίμα μας, και χτίζουμε απάνω στην άβυσσο ένα νησί.
Χτίζεται ο θεός, έβαλα κι εγώ το δικό μου κόκκινο πετραδάκι, μια στάλα αίμα, να τον στερεώσω, να μη χαθεί, να με στερεώσει, να μη χαθώ, έκαμα το χρέος μου. Έχετε γεια!
Απλώνω το χέρι, φουχτώνω το μάνταλο της γης, ν' ανοίξω την πόρτα να φύγω, μα κοντοστέκουμαι στο φωτεινό κατώφλι ακόμα λίγο. Δύσκολο, δύσκολο πολύ, να ξεκολλήσουν τα μάτια, τ' αυτιά, τα σπλάχνα από τις πέτρες και τα χόρτα
του κόσμου λες: Είμαι χορτάτος, είμαι ήσυχος, δε θέλω πια τίποτα, τέλεψα το χρέος και φεύγω· μα η καρδιά πιάνεται από τις πέτρες κι από τα χόρτα, αντιστέκεται, παρακαλάει: «Στάσου ακόμα!»
Μάχουμαι να παρηγορήσω την καρδιά μου, να τη συβάσω να πει λεύτερα το ναι. Να μη φύγουμε σαν σκλάβοι, δαρμένοι, κλαμένοι, από τη γης, παρά σαν βασιλιάδες που έφαγαν, ήπιαν, χόρτασαν, δε θέλουν πια, και σηκώνουνται από το τραπέζι. Μα η καρδιά χτυπάει ακόμα μέσα στα στήθια, αντιστέκεται, φωνάζει: «Στάσου ακόμα!»
Στέκουμαι, ρίχνω στερνή ματιά στο φως, που αντιστέκεται κι αυτό, σαν την καρδιά του ανθρώπου, και παλεύει. Σύννεφα σκέπασαν τον ουρανό, έπεσε απάνω στα χείλια μου μια χλιαρή ψιχάλα, η γης μύρισε· γλυκιά φωνή, μαυλιστικιά, ανεβαίνει από τα χώματα: «Έλα... έλα... έλα...»
Πλήθυναν οι ψιχάλες· το πρώτο νυχτοπούλι αναστέναξε, κι ο πόνος του κόλλησε από τις νυχτωμένες φυλλωσιές, γλυκός πολύ, μέσα στο βρεμένο αέρα.
Ησυχία, γλύκα μεγάλη, κανένας στο σπίτι κι έξω τα χωράφια διψούσαν κι έπιναν μ' ευγνωμοσύνη, με βουβή ευδαιμονία, το πρωτοβρόχι. Ανασηκώνουνταν η γης σαν μωρό, κατά τον ουρανό, να βυζάξει.
Έκλεισα τα μάτια· κρατούσα πάντα στη φούχτα το σβώλο το χώμα της Κρήτης κι ο ύπνος με πήρε. Ο ύπνος με πήρε κι είδα όνειρο: Ξημέρωνε, λέει, ζυγαριάζουνταν από πάνω μου ο Αυγερινός, έτρεμα, έλεγα τώρα θα πέσει κι έτρεχα, έτρεχα ανάμεσα στα έρημα άνυδρα βουνά, ολομόναχος. Πέρα στην ανατολή πρόβαλε ο ήλιος· δεν ήταν ήλιος, ήταν ένα προύντζινο ταψί γεμάτο κάρβουνα αναμμένα. Ο αέρας χοχλάκιζε. Κάπου κάπου μια σταχτιά πετροπέρδικα πετούσε από το βράχο, χτυπούσε τα φτερά της και κακάριζε, χαχάριζε και με περγελούσε. Ένα κοράκι, σ' ένα αναγύρισμα του βουνού, τινάχτηκε ως με είδε· σίγουρα θα με περίμενε, και με πήρε ξοπίσω σκώντας στα γέλια. Θύμωσα, έσκυψα, πήρα μια πέτρα να του την πετάξω· μα το κοράκι είχε αλλάξει κορμί, είχε γίνει ένα γεροντάκι και μου χαμογελούσε.
Τρόμος με κυρίεψε κι άρχισα πάλι να τρέχω. Στρούφιζαν τα βουνά, στρουφίζουμουν κι εγώ μαζί τους· ολοένα οι κύκλοι στένευαν, μ' έπιασε ζάλη. Χοροπηδούσαν γύρα μου τα βουνά, ένιωσα ξαφνικά δεν ήταν ετούτα βουνά, ήταν τ' απολιθώματα προκατακλυσμιαίου εγκέφαλου και μαύρος θεόρατος σταυρός ήταν καρφωμένος δεξά μου, αψηλά, σε μια πέτρα, κι απάνω του ένα θεριακωμένο προύντζινο φίδι σταυρωμένο.
Αστραπή έσιασε το μυαλό μου, φώτισε γύρα μου τα βουνά, είδα: Είχα μπει στο φοβερό στρουφηχτό φαράγγι που 'χαν πάρει, τώρα και χιλιάδες χρόνια, οι Οβραίοι, με το Γεχωβά μπροστάρη, φεύγοντας την ευτυχισμένη παχιά γη του Φαραώ. Το φαράγγι ετούτο στάθηκε το πύρινο αργαστήρι όπου, πεινώντας, διψώντας, βλαστημώντας, σφοροκοπήθηκε η ράτσα του Ισραήλ.
Τρόμος με κυρίεψε, τρόμος και χαρά μεγάλη· ακούμπησα σ' ένα βράχο να καταλαγιάσει το στροβίλισμα του μυαλού μου, έκλεισα τα μάτια, κι όλομεμιας τα πάντα γύρα μου αφανίστηκαν ένα ελληνικό ακρογιάλι απλώθηκε μπροστά μου, θάλασσα σκούρα λουλάκια, κόκκινοι βράχοι, κι ανάμεσα στους βράχους η χαμηλή μπασιά κατασκότεινης σπηλιάς.
Ένα χέρι τινάχτηκε μέσα από τον αέρα και σφήνωσε στη φούχτα μου ένα δαδί αναμμένο. Κατάλαβα την προσταγή· έκαμα το σταυρό μου, τρύπωξα μέσα στη σπηλιά.
Γύριζα, γύριζα, τσαλαβουτούσα σε μαύρα παγωμένα νερά, κρέμουνταν απάνω από το κεφάλι μου ογροί, γαλάζιοι σταλαχτίτες, ασκώνουνταν από τη γης γιγάντιοι πέτρινοι φαλλοί, που στραφτάλιζαν και γελούσαν στη δαδίσια αναλαμπή. Ήταν η σπηλιά ετούτη το θηκάρι μεγάλου ποταμού και το 'χε παρατήσει αδειανό, γιατί
άλλαξε, μέσα στους αιώνες, πορεία...
Σούριξε το προύντζινο φίδι θυμωμένο· άνοιξα τα μάτια, είδα πάλι τα βουνά, το φαράγγι, τους γκρεμούς· η ζάλη είχε κατασταλάξει. Τα πάντα ακινήτησαν, φωτίστηκαν, κατάλαβα: όμοια και τις πορπολούμενες γύρα μου οροσειρές τις είχε κατασκάψει ο Γεχωβάς για να περάσει. Είχα μπει μέσα στο φοβερό θηκάρι του θεού, ακολουθούσα, πατούσα τ' αχνάρια του.
— Αυτός είναι ο δρόμος, φώναξα μέσα στ' όνειρό μου, αυτός είναι ο δρόμος του ανθρώπου, άλλο δεν έχει.
Κι ως τινάχτηκε από τα χείλια μου ο αυθάδης ετούτος λόγος, ανεμοσίφουνας με τύλιξε, φτερούγες άγριες με σήκωσαν, κι όλομεμιας βρέθηκα στην κορφή του θεοβάδιστου Σινά. Μύριζε ο αγέρας θειάφι, τα χείλια μου μερμήδιζαν, σαν να τ' αγκύλωναν αρίφνητες, αόρατες σπίθες. Σήκωσα τα βλέφαρα. Ποτέ τα μάτια μου, ποτέ τα σπλάχνα μου δεν είχαν χαρεί τόσο απάνθρωπο, τόσο αρμονισμένο με την καρδιά μου δράμα, χωρίς νερό, χωρίς δέντρο, χωρίς ανθρώπους. Χωρίς ελπίδα. Εδώ η ψυχή ενός απελπισμένου ή περήφανου ανθρώπου βρίσκει την άκρα ευδαιμονία.
Κοίταξα το βράχο όπου στέκουμουν. Δυο βαθιές γούβες σκαμμένες στο γρανίτη θα 'ταν οι πατημασιές του προφήτη με τα κέρατα που περίμενε τον πεινασμένο Αιώνα να προβάλει. Εδώ, στην κορφή του Σινά, δεν του 'χε δώσει προσταγή να περιμένει; Περίμενε.
Περίμενα κι εγώ. Έσκυβα απάνω από τον γκρεμό, αφουκράζουμουν άξαφνα, μακριά, μακριά πολύ, κουφοβρόντηξαν πατημασιές. Κάποιος ζύγωνε, και τα βουνά κουνιούνταν. Έπαιζαν τα ρουθούνια μου — όλος ο αγέρας μύριζε σαν μπροσταρότραγος. «Έρχεται! Έρχεται!» μουρμούριζα κι έζωνα σφιχτά τη μέση μου συντάζομουν να παλέψω.
Αχ, πόσο την είχα λαχταρίσει τη στιγμή ετούτη! Χωρίς να μπαίνει στη μέση και να με παραπλανάει ο αδιάντροπος ορατός κόσμος, ν' αντικρίσω, πρόσωπο με πρόσωπο, το λιμασμένο θεριό της ζούγκλας τ' ουρανού. Τον Αόρατο. Τον Ανεχόρταγο. Τον αγαθό Πατέρα που τρώει τα παιδιά του και στάζουν τα χείλια του, τα γένια του, τα νύχια του αίματα.
Θα του μιλήσω θαρρετά, θα του πω τον πόνο του ανθρώπου, τον πόνο του πουλιού, του δέντρου και της πέτρας, όλοι πήραμε απόφαση, δε θέμε να πεθάνουμε, κρατώ μιαν αναφορά, την υπόγραψαν όλα τα δέντρα, τα πουλιά, τα θεριά, οι ανθρώποι, δε θέμε, Πατέρα, να μας φας, και δε θα φοβηθώ, θα του τη δώσω.
Μιλούσα, παρακαλούσα, έσφιγγα τη μέση μου κι έτρεμα. Κι εκεί που περίμενα, σαν να μετακουνήθηκαν οι πέτρες κι άκουσα μεγάλη αναπνοή.
«Να τος... να τος... έφτασε!» μουρμούρισα και στράφηκα ανατριχιάζοντας.
Μα δεν ήταν ο Γεχωβάς, δεν ήταν ο Γεχωβάς, ήσουν εσύ, Παππού, από το αγαπημένο χώμα της Κρήτης, και στέκουσουν μπροστά μου, άρχοντας αυστηρός, με το σφηνωτό γενάκι το κάτασπρο, με τα στεγνά χείλια τα σφιμένα, με το εκστατικό μάτι, το γεμάτο φλόγες και φτέρουγες. Και στα μαλλιά σου περιπλέκουνταν ρίζες από θυμάρι.
Με κοίταξες, κι ως με κοίταξες ένιωσα πως ο κόσμος ετούτος είναι ένα σύννεφο φορτωμένο αστροπελέκι κι άνεμο, σύννεφο κι η ψυχή του ανθρώπου φορτωμένη αστροπελέκι κι άνεμο, κι από πάνω φυσάει ο Θεός και σωτηρία δεν υπάρχει.
Σήκωσα τα μάτια, σε κοίταζα. Έκαμα να σου πω: «Παππού, αλήθεια δεν υπάρχει σωτηρία;» μα η γλώσσα μου είχε κολλήσει στο λαρύγγι μου· έκαμα να σε ζυγώσω, μα τα γόνατα μου λύγισαν.
Άπλουσες τότε το χέρι, σαν να πνίγουμουν κι ήθελες να με σώσεις.
Αρπάχτηκα με λαχτάρα από το χέρι σου· πασαλειμμένο ήταν με πολύχρωμες μπογιές, θαρρείς ζωγράφιζε ακόμα. Έκαιγε. Άγγιξα το χέρι σου, πήρα φόρα και δύναμη, μπόρεσα να μιλήσω:
— Παππού αγαπημένε, είπα, δώσ' μου μια προσταγή.
Χαμογέλασε, απίθωσε το χέρι απάνω στο κεφάλι μου· δεν ήταν χέρι, ήταν πολόχρωμη φωτιά. Ως τις ρίζες του μυαλού μου περεχύθηκε η φλόγα.
— Φτάσε όπου μπορείς, παιδί μου...
Η φωνή του βαθιά, σκοτεινή, σαν να 'βγαινε από το βαθύ λαρύγγι της γης. Έφτασε ως τις ρίζες του μυαλού μου η φωνή του, μα η καρδιά μου δεν τινάχτηκε.
— Παππού, φώναξα τώρα πια δυνατά, δώσ' μου μια πιο δύσκολη, πιο κρητικιά προσταγή.
Κι όλομεμιας, ως να το πω, μια φλόγα σούριξε ξεσκίζοντας τον αέρα, αφανίστηκε από τα μάτια μου ο αδάμαστος πρόγονος με τις περιπλεμένες θυμαρόριζες στα μαλλιά του κι απόμεινε στην κορφή του Σινά μια φωνή όρθια, γεμάτη προσταγή, κι ο αέρας έτρεμε:
— Φτάσε όπου δεν μπορείς!
Πετάχτηκα τρομαγμένος από τον ύπνο· είχε πια ξημερώσει. Σηκώθηκα, ζύγωσα στο παράθυρο, βγήκα στο μπαλκόνι με την καρπισμένη κληματαριά. Η βροχή είχε τώρα κοπάσει, έλαμπαν οι πέτρες, γελούσαν. Τα φύλλα των δέντρων ήταν φορτισμένα δάκρυα.
— Φτάσε όπου δεν μπορείς!
Ήταν η φωνή σου· κανένας άλλος στον κόσμο δεν μπορούσε έναν τέτοιο αρσενικό λόγο να ξεστομίσει, μονάχα εσύ, Παππού ανεχόρταγε! Δεν είσαι εσύ ο αρχηγός ο απροσκύνητος, ο ανέλπιδος, της στρατευόμενης γενιάς μου; Δεν είμαστε εμείς οι λαβωμένοι, οι πεινασμένοι, οι μπουμπουνοκέφαλοι, οι σιδεροκέφαλοι, που αφήσαμε πίσω μας την καλοπέραση και τη βεβαιότητα και πας εσύ μπροστά και κάνουμε γιουρούσι να σπάσουμε τα σύνορα;
Το λαμπρότερο πρόσωπο της απελπισίας είναι ο θεός· το λαμπρότερο πρόσωπο της ελπίδας είναι ο Θεός· πέρα από την ελπίδα και την απελπισία, πέρα από τα παμπάλαια σύνορα, με σπρώχνεις, Παππού. Που με σπρώχνεις; Κοιτάζω γύρα μου, κοιτάζω μέσα μου· η αρετή τρελάθηκε, η γεωμετρία τρελάθηκε, η ύλη τρελάθηκε· πρέπει να 'ρθει πάλι ο Νους ο νομοθέτης, να βάλει καινούρια τάξη, καινούριους νόμους· πιο πλούσια αρμονία να γίνει ο κόσμος.
Αυτό θες, κατά κει με σπρώχνεις, κατά κει μ' έσπρωχνες πάντα· άκουγα μέρα νύχτα την προσταγή σου· μάχουμουν, όσο μπορούσα, να φτάσω όπου δεν μπορούσα, αυτό είχα βάλει χρέος μου· αν έφτασα ή δεν έφτασα, εσύ θα μου πεις. Όρθιος στέκουμαι μπροστά σου και περιμένω.
Στρατηγέ μου, τελεύει η μάχη, κάνω την αναφορά μου· να που πολέμησα, να πως πολέμησα, λαβώθηκα, δείλιασα, μα δε λιποτάχτησα· τα δόντια μου καταχτυπούσαν από το φόβο, μα τύλιγα σφιχτά το κούτελό μου μ' ένα κόκκινο μαντίλι, να μην ζεκρίνουνται τα αίματα, κι έκανα γιουρούσι.
Ένα ένα μπροστά σου τα φτερά της καλιακούδας μου ψυχής θα τα μαδήσω, ωσότου ν' απομείνει ένα σβωλαράκι χώμα κι αυτή, ζυμωμένο με δάκρυο, αίμα κι ιδρώτα. Θα σου πω τον αγώνα μου, ν' αλαφρώσω· να πετάξω από πάνω μου την αρετή, την ντροπή, την αλήθεια, ν' αλαφρώσω. Πως έπλασες εσύ το «Τολέδο στην καταιγίδα»; Όμοια, με βαριά μαύρα σύννεφα, ζωσμένη κίτρινες αστραπές, ανέλπιδα κι ανένδοτα παλεύοντας με το φως και με το σκοτάδι, η ψυχή μου. Θα τη δεις, θα τη ζυγιάσεις ανάμεσα στα σπαθωτά φρύδια σου και θα την κρίνεις. Θυμάσαι το βαρύ λόγο που λέμε εμείς οι Κρητικοί: «Όπου αστοχήσεις, γύρισε· κι όπου πετύχεις, φύγε!» Αν αστόχησα, και μια ώρα ζωή ακόμα να μου απομένει, θα ξαναγυρίσω στην έφοδο. Αν πέτυχα, θ' ανοίξω τη γης, να 'ρθω να ξαπλώσω στο πλάι σου.
Άκουσε το λοιπόν, Στρατηγέ, την αναφορά μου και κάμε κρίση· άκουσε, Παππού, τη ζωή μου, κι αν πολέμησα κι εγώ μαζί σου, αν λαβώθηκα χωρίς κανένας να μάθει πως πόνεσα, αν δε γύρισα ποτέ την πλάτη μου στον οχτρό, δώσε μου την ευκή σου!
ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ
Εισαγωγή
Η Αναφορά μου στον Γκρέκο δεν είναι αυτοβιογραφία· η ζωή μου η προσωπική για μένα μονάχα έχει κάποια, πολύ σχετική, αξία, για κανένα άλλον. Η μόνη αξία που της αναγνωρίζω είναι ετούτη: ο αγώνας της ν' ανέβει από σκαλοπάτι σε σκαλοπάτι και να φτάσει όσο πιο αψηλά μπορούσαν να την πάνε η δύναμή της και το πείσμα — στην κορφή που αυθαίρετα ονομάτισ

Τέσσερα στάθηκαν τ' αποφασιστικά σκαλοπάτια στο ανηφόρισμά μου, και το καθένα φέρνει ένα ιερό όνομα: Χριστός, Βούδας, Λένιν, Οδυσσέας. Αυτή την αιματερή πορεία μου, από τη μια από τις μεγάλες αυτές ψυχές στην άλλη, τώρα που ο ήλιος βασιλεύει, μάχουμαι στο Οδοιπορικό μου ετούτο να σημαδέψω. Έναν άνθρωπο ν' ανεβαίνει, με την ψυχή στο στόμα, το κακοτράχαλο βουνό της μοίρας του. Αλάκερη η ψυχή μου μια Κραυγή· κι όλο μου το Έργο, το σχόλιο στην Κραυγή αυτή.
Μια λέξη πάντα, σε όλη μου τη ζωή, με τυραννούσε και με μαστίγωνε η λέξη Ανήφορος· τον ανήφορο αυτόν θα 'θελα εδώ, με αλήθεια μαζί και φαντασία, να παραστήσω· και τις κόκκινες πατημασιές που αφήκε το ανηφόρισμά μου. Και βιάζουμαι, προτού φορέσω το «μαύρο κράνος» και κατέβω στο χώμα, γιατί η αιματωμένη αυτή γραμμή θα 'ναι το μόνο αχνάρι που αφήκε το διάβα μου απάνω στη γης· ότι έγραψα ή έπραζα γράφτηκε και πράχτηκε απάνω στο νερό και χάθηκε.
Φωνάζω τη μνήμη να θυμηθεί, περιμαζώνω από τον αέρα τη ζωή μου, στέκουμαι σαν στρατιώτης μπροστά στο στρατηγό και κάνω την Αναφορά μου στον Γκρέκο· γιατί αυτός είναι ζυμωμένος από το ίδιο κρητικό χώμα με μένα, και καλύτερα απ' όλους τους αγωνιστές που ζουν ή που έχουν ζήσει μπορεί να με νιώσει. Δεν αφήκε κι αυτός την ίδια κόκκινη γραμμή απάνω στις πέτρες;
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Μαζεύω τα σύνεργα μου: όραση, ακοή, γέψη, όσφρηση, αφή, μυαλό, βράδιασε πια, τελεύει το μεροκάματο, γυρίζω σαν τον τυφλοπόντικα σπίτι μου, στο χώμα. Όχι γιατί κουράστηκα να δουλεύω, δεν κουράστηκα, μα ο ήλιος βασίλεψε.
Ο ήλιος βασίλεψε, θάμπωσαν τα βουνά, οι οροσειρές του μυαλού μου κρατούν ακόμα λίγο φως στην κορφή τους, μα η άγια νύχτα πλακώνει, ανεβαίνει από τη γης, κατεβαίνει από τον ουρανό, και το φως ορκίστηκε να μην παραδοθεί· μα το ξέρει, σωτηρία δεν υπάρχει. Δε θα παραδοθεί, μα θα σβήσει.
Ρίχνω στερνή ματιά γύρα μου ποιον ν' αποχαιρετήσω; τι ν' αποχαιρετήσω; τα βουνά, τη θάλασσα, την καρπισμένη κληματαριά στο μπαλκόνι μου, την αρετή, την αμαρτία, το δροσερό νερό; Μάταια, μάταια· κατεβαίνουν όλα ετούτα μαζί μου στο χώμα.
Σε ποιον να εμπιστευτώ τις χαρές και τις πίκρες μου, τις μυστικές δονκιχώτικες λαχτάρες της νιότης, την τραχιά σύγκρουση αργότερα με το Θεό και με τους ανθρώπους, και τέλος την άγρια περηφάνια που έχουν τα γεράματα που καίγουνται μα αρνιούνται,

Σφίγγω ήσυχα, πονετικά, ένα σβώλο κρητικό χώμα στη φούχτα μου. Το κρατούσα το χώμα ετούτο πάντα μαζί μου, σε όλες μου τις περιπλάνησες, και στις μεγάλες μου αγωνίες το 'σφιγγα μέσα στη φούχτα μου κι έπαιρνα δύναμη, δύναμη μεγάλη, σαν να 'σφιγγα το χέρι φίλου αγαπημένου. Μα τώρα που βασίλεψε ο ήλιος και το μεροκάματο τέλεψε, τι να την κάμω τη δύναμη; Δεν την έχω ανάγκη πια. Κρατώ το χώμα ετούτο της Κρήτης και το σφίγγω με άφραστη γλύκα, τρυφεράδα κι ευγνωμοσύνη, σαν να σφίγγω μέσα στη φούχτα μου και ν' αποχαψετώ το στήθος γυναίκας αγαπημένης. Αυτό ήμουν αιώνια, αυτό θα 'μαι αιώνια, πέρασε αστραπή η στιγμή που στροβιλίστηκες, άγριο χώμα της Κρήτης, κι έγινες αγωνιζόμενος άνθρωπος.
Τι αγώνας, τι αγωνία, τι κυνηγητό του ανθρωποφάγου αόρατου θεριού, τι επικίντυνες ουρανικές και σατανικές δυνάμες η φούχτα ετούτη το χώμα! Ζυμώθηκε μ' αίμα, δάκρυο κι ιδρώτα, γίνηκε λάσπη, γίνηκε άνθρωπος, πήρε τον ανήφορο, να φτάσει — που να φτάσει; Σκαρφάλωνε αγκομαχώντας το σκοτεινό όγκο του θεού, άπλωνε τα χέρια, έψαχνε, έψαχνε και μάχουνταν να βρει το πρόσωπό του.
Κι όταν, τα ολόστερνα ετούτα χρόνια, απελπισμένος πια, ένιωσε πως ο σκοτεινός αυτός όγκος δεν έχει πρόσωπο, τι καινούριος, όλο αναίδεια και τρόμο, αγώνας να πελεκήσει την ακατέργαστη κορφή και να της δώσει πρόσωπο — το πρόσωπό του!
Μα τώρα το μεροκάματο τέλεψε, μαζεύω τα σύνεργα μου ας έρθουν άλλοι σβώλοι χώματα να συνεχίσουν τον αγώνα. Είμαστε, εμείς οι θνητοί, το τάγμα των αθανάτων, κόκκινο κοράλλι το αίμα μας, και χτίζουμε απάνω στην άβυσσο ένα νησί.
Χτίζεται ο θεός, έβαλα κι εγώ το δικό μου κόκκινο πετραδάκι, μια στάλα αίμα, να τον στερεώσω, να μη χαθεί, να με στερεώσει, να μη χαθώ, έκαμα το χρέος μου. Έχετε γεια!
Απλώνω το χέρι, φουχτώνω το μάνταλο της γης, ν' ανοίξω την πόρτα να φύγω, μα κοντοστέκουμαι στο φωτεινό κατώφλι ακόμα λίγο. Δύσκολο, δύσκολο πολύ, να ξεκολλήσουν τα μάτια, τ' αυτιά, τα σπλάχνα από τις πέτρες και τα χόρτα
του κόσμου λες: Είμαι χορτάτος, είμαι ήσυχος, δε θέλω πια τίποτα, τέλεψα το χρέος και φεύγω· μα η καρδιά πιάνεται από τις πέτρες κι από τα χόρτα, αντιστέκεται, παρακαλάει: «Στάσου ακόμα!»
Μάχουμαι να παρηγορήσω την καρδιά μου, να τη συβάσω να πει λεύτερα το ναι. Να μη φύγουμε σαν σκλάβοι, δαρμένοι, κλαμένοι, από τη γης, παρά σαν βασιλιάδες που έφαγαν, ήπιαν, χόρτασαν, δε θέλουν πια, και σηκώνουνται από το τραπέζι. Μα η καρδιά χτυπάει ακόμα μέσα στα στήθια, αντιστέκεται, φωνάζει: «Στάσου ακόμα!»
Στέκουμαι, ρίχνω στερνή ματιά στο φως, που αντιστέκεται κι αυτό, σαν την καρδιά του ανθρώπου, και παλεύει. Σύννεφα σκέπασαν τον ουρανό, έπεσε απάνω στα χείλια μου μια χλιαρή ψιχάλα, η γης μύρισε· γλυκιά φωνή, μαυλιστικιά, ανεβαίνει από τα χώματα: «Έλα... έλα... έλα...»
Πλήθυναν οι ψιχάλες· το πρώτο νυχτοπούλι αναστέναξε, κι ο πόνος του κόλλησε από τις νυχτωμένες φυλλωσιές, γλυκός πολύ, μέσα στο βρεμένο αέρα.

Έκλεισα τα μάτια· κρατούσα πάντα στη φούχτα το σβώλο το χώμα της Κρήτης κι ο ύπνος με πήρε. Ο ύπνος με πήρε κι είδα όνειρο: Ξημέρωνε, λέει, ζυγαριάζουνταν από πάνω μου ο Αυγερινός, έτρεμα, έλεγα τώρα θα πέσει κι έτρεχα, έτρεχα ανάμεσα στα έρημα άνυδρα βουνά, ολομόναχος. Πέρα στην ανατολή πρόβαλε ο ήλιος· δεν ήταν ήλιος, ήταν ένα προύντζινο ταψί γεμάτο κάρβουνα αναμμένα. Ο αέρας χοχλάκιζε. Κάπου κάπου μια σταχτιά πετροπέρδικα πετούσε από το βράχο, χτυπούσε τα φτερά της και κακάριζε, χαχάριζε και με περγελούσε. Ένα κοράκι, σ' ένα αναγύρισμα του βουνού, τινάχτηκε ως με είδε· σίγουρα θα με περίμενε, και με πήρε ξοπίσω σκώντας στα γέλια. Θύμωσα, έσκυψα, πήρα μια πέτρα να του την πετάξω· μα το κοράκι είχε αλλάξει κορμί, είχε γίνει ένα γεροντάκι και μου χαμογελούσε.
Τρόμος με κυρίεψε κι άρχισα πάλι να τρέχω. Στρούφιζαν τα βουνά, στρουφίζουμουν κι εγώ μαζί τους· ολοένα οι κύκλοι στένευαν, μ' έπιασε ζάλη. Χοροπηδούσαν γύρα μου τα βουνά, ένιωσα ξαφνικά δεν ήταν ετούτα βουνά, ήταν τ' απολιθώματα προκατακλυσμιαίου εγκέφαλου και μαύρος θεόρατος σταυρός ήταν καρφωμένος δεξά μου, αψηλά, σε μια πέτρα, κι απάνω του ένα θεριακωμένο προύντζινο φίδι σταυρωμένο.
Αστραπή έσιασε το μυαλό μου, φώτισε γύρα μου τα βουνά, είδα: Είχα μπει στο φοβερό στρουφηχτό φαράγγι που 'χαν πάρει, τώρα και χιλιάδες χρόνια, οι Οβραίοι, με το Γεχωβά μπροστάρη, φεύγοντας την ευτυχισμένη παχιά γη του Φαραώ. Το φαράγγι ετούτο στάθηκε το πύρινο αργαστήρι όπου, πεινώντας, διψώντας, βλαστημώντας, σφοροκοπήθηκε η ράτσα του Ισραήλ.
Τρόμος με κυρίεψε, τρόμος και χαρά μεγάλη· ακούμπησα σ' ένα βράχο να καταλαγιάσει το στροβίλισμα του μυαλού μου, έκλεισα τα μάτια, κι όλομεμιας τα πάντα γύρα μου αφανίστηκαν ένα ελληνικό ακρογιάλι απλώθηκε μπροστά μου, θάλασσα σκούρα λουλάκια, κόκκινοι βράχοι, κι ανάμεσα στους βράχους η χαμηλή μπασιά κατασκότεινης σπηλιάς.

Γύριζα, γύριζα, τσαλαβουτούσα σε μαύρα παγωμένα νερά, κρέμουνταν απάνω από το κεφάλι μου ογροί, γαλάζιοι σταλαχτίτες, ασκώνουνταν από τη γης γιγάντιοι πέτρινοι φαλλοί, που στραφτάλιζαν και γελούσαν στη δαδίσια αναλαμπή. Ήταν η σπηλιά ετούτη το θηκάρι μεγάλου ποταμού και το 'χε παρατήσει αδειανό, γιατί
άλλαξε, μέσα στους αιώνες, πορεία...
Σούριξε το προύντζινο φίδι θυμωμένο· άνοιξα τα μάτια, είδα πάλι τα βουνά, το φαράγγι, τους γκρεμούς· η ζάλη είχε κατασταλάξει. Τα πάντα ακινήτησαν, φωτίστηκαν, κατάλαβα: όμοια και τις πορπολούμενες γύρα μου οροσειρές τις είχε κατασκάψει ο Γεχωβάς για να περάσει. Είχα μπει μέσα στο φοβερό θηκάρι του θεού, ακολουθούσα, πατούσα τ' αχνάρια του.
— Αυτός είναι ο δρόμος, φώναξα μέσα στ' όνειρό μου, αυτός είναι ο δρόμος του ανθρώπου, άλλο δεν έχει.
Κι ως τινάχτηκε από τα χείλια μου ο αυθάδης ετούτος λόγος, ανεμοσίφουνας με τύλιξε, φτερούγες άγριες με σήκωσαν, κι όλομεμιας βρέθηκα στην κορφή του θεοβάδιστου Σινά. Μύριζε ο αγέρας θειάφι, τα χείλια μου μερμήδιζαν, σαν να τ' αγκύλωναν αρίφνητες, αόρατες σπίθες. Σήκωσα τα βλέφαρα. Ποτέ τα μάτια μου, ποτέ τα σπλάχνα μου δεν είχαν χαρεί τόσο απάνθρωπο, τόσο αρμονισμένο με την καρδιά μου δράμα, χωρίς νερό, χωρίς δέντρο, χωρίς ανθρώπους. Χωρίς ελπίδα. Εδώ η ψυχή ενός απελπισμένου ή περήφανου ανθρώπου βρίσκει την άκρα ευδαιμονία.
Κοίταξα το βράχο όπου στέκουμουν. Δυο βαθιές γούβες σκαμμένες στο γρανίτη θα 'ταν οι πατημασιές του προφήτη με τα κέρατα που περίμενε τον πεινασμένο Αιώνα να προβάλει. Εδώ, στην κορφή του Σινά, δεν του 'χε δώσει προσταγή να περιμένει; Περίμενε.
Περίμενα κι εγώ. Έσκυβα απάνω από τον γκρεμό, αφουκράζουμουν άξαφνα, μακριά, μακριά πολύ, κουφοβρόντηξαν πατημασιές. Κάποιος ζύγωνε, και τα βουνά κουνιούνταν. Έπαιζαν τα ρουθούνια μου — όλος ο αγέρας μύριζε σαν μπροσταρότραγος. «Έρχεται! Έρχεται!» μουρμούριζα κι έζωνα σφιχτά τη μέση μου συντάζομουν να παλέψω.
Αχ, πόσο την είχα λαχταρίσει τη στιγμή ετούτη! Χωρίς να μπαίνει στη μέση και να με παραπλανάει ο αδιάντροπος ορατός κόσμος, ν' αντικρίσω, πρόσωπο με πρόσωπο, το λιμασμένο θεριό της ζούγκλας τ' ουρανού. Τον Αόρατο. Τον Ανεχόρταγο. Τον αγαθό Πατέρα που τρώει τα παιδιά του και στάζουν τα χείλια του, τα γένια του, τα νύχια του αίματα.

Θα του μιλήσω θαρρετά, θα του πω τον πόνο του ανθρώπου, τον πόνο του πουλιού, του δέντρου και της πέτρας, όλοι πήραμε απόφαση, δε θέμε να πεθάνουμε, κρατώ μιαν αναφορά, την υπόγραψαν όλα τα δέντρα, τα πουλιά, τα θεριά, οι ανθρώποι, δε θέμε, Πατέρα, να μας φας, και δε θα φοβηθώ, θα του τη δώσω.
Μιλούσα, παρακαλούσα, έσφιγγα τη μέση μου κι έτρεμα. Κι εκεί που περίμενα, σαν να μετακουνήθηκαν οι πέτρες κι άκουσα μεγάλη αναπνοή.
«Να τος... να τος... έφτασε!» μουρμούρισα και στράφηκα ανατριχιάζοντας.
Μα δεν ήταν ο Γεχωβάς, δεν ήταν ο Γεχωβάς, ήσουν εσύ, Παππού, από το αγαπημένο χώμα της Κρήτης, και στέκουσουν μπροστά μου, άρχοντας αυστηρός, με το σφηνωτό γενάκι το κάτασπρο, με τα στεγνά χείλια τα σφιμένα, με το εκστατικό μάτι, το γεμάτο φλόγες και φτέρουγες. Και στα μαλλιά σου περιπλέκουνταν ρίζες από θυμάρι.
Με κοίταξες, κι ως με κοίταξες ένιωσα πως ο κόσμος ετούτος είναι ένα σύννεφο φορτωμένο αστροπελέκι κι άνεμο, σύννεφο κι η ψυχή του ανθρώπου φορτωμένη αστροπελέκι κι άνεμο, κι από πάνω φυσάει ο Θεός και σωτηρία δεν υπάρχει.
Σήκωσα τα μάτια, σε κοίταζα. Έκαμα να σου πω: «Παππού, αλήθεια δεν υπάρχει σωτηρία;» μα η γλώσσα μου είχε κολλήσει στο λαρύγγι μου· έκαμα να σε ζυγώσω, μα τα γόνατα μου λύγισαν.
Άπλουσες τότε το χέρι, σαν να πνίγουμουν κι ήθελες να με σώσεις.
Αρπάχτηκα με λαχτάρα από το χέρι σου· πασαλειμμένο ήταν με πολύχρωμες μπογιές, θαρρείς ζωγράφιζε ακόμα. Έκαιγε. Άγγιξα το χέρι σου, πήρα φόρα και δύναμη, μπόρεσα να μιλήσω:
— Παππού αγαπημένε, είπα, δώσ' μου μια προσταγή.
Χαμογέλασε, απίθωσε το χέρι απάνω στο κεφάλι μου· δεν ήταν χέρι, ήταν πολόχρωμη φωτιά. Ως τις ρίζες του μυαλού μου περεχύθηκε η φλόγα.
— Φτάσε όπου μπορείς, παιδί μου...
Η φωνή του βαθιά, σκοτεινή, σαν να 'βγαινε από το βαθύ λαρύγγι της γης. Έφτασε ως τις ρίζες του μυαλού μου η φωνή του, μα η καρδιά μου δεν τινάχτηκε.
— Παππού, φώναξα τώρα πια δυνατά, δώσ' μου μια πιο δύσκολη, πιο κρητικιά προσταγή.
Κι όλομεμιας, ως να το πω, μια φλόγα σούριξε ξεσκίζοντας τον αέρα, αφανίστηκε από τα μάτια μου ο αδάμαστος πρόγονος με τις περιπλεμένες θυμαρόριζες στα μαλλιά του κι απόμεινε στην κορφή του Σινά μια φωνή όρθια, γεμάτη προσταγή, κι ο αέρας έτρεμε:
— Φτάσε όπου δεν μπορείς!
Πετάχτηκα τρομαγμένος από τον ύπνο· είχε πια ξημερώσει. Σηκώθηκα, ζύγωσα στο παράθυρο, βγήκα στο μπαλκόνι με την καρπισμένη κληματαριά. Η βροχή είχε τώρα κοπάσει, έλαμπαν οι πέτρες, γελούσαν. Τα φύλλα των δέντρων ήταν φορτισμένα δάκρυα.
— Φτάσε όπου δεν μπορείς!
Ήταν η φωνή σου· κανένας άλλος στον κόσμο δεν μπορούσε έναν τέτοιο αρσενικό λόγο να ξεστομίσει, μονάχα εσύ, Παππού ανεχόρταγε! Δεν είσαι εσύ ο αρχηγός ο απροσκύνητος, ο ανέλπιδος, της στρατευόμενης γενιάς μου; Δεν είμαστε εμείς οι λαβωμένοι, οι πεινασμένοι, οι μπουμπουνοκέφαλοι, οι σιδεροκέφαλοι, που αφήσαμε πίσω μας την καλοπέραση και τη βεβαιότητα και πας εσύ μπροστά και κάνουμε γιουρούσι να σπάσουμε τα σύνορα;
Το λαμπρότερο πρόσωπο της απελπισίας είναι ο θεός· το λαμπρότερο πρόσωπο της ελπίδας είναι ο Θεός· πέρα από την ελπίδα και την απελπισία, πέρα από τα παμπάλαια σύνορα, με σπρώχνεις, Παππού. Που με σπρώχνεις; Κοιτάζω γύρα μου, κοιτάζω μέσα μου· η αρετή τρελάθηκε, η γεωμετρία τρελάθηκε, η ύλη τρελάθηκε· πρέπει να 'ρθει πάλι ο Νους ο νομοθέτης, να βάλει καινούρια τάξη, καινούριους νόμους· πιο πλούσια αρμονία να γίνει ο κόσμος.
Αυτό θες, κατά κει με σπρώχνεις, κατά κει μ' έσπρωχνες πάντα· άκουγα μέρα νύχτα την προσταγή σου· μάχουμουν, όσο μπορούσα, να φτάσω όπου δεν μπορούσα, αυτό είχα βάλει χρέος μου· αν έφτασα ή δεν έφτασα, εσύ θα μου πεις. Όρθιος στέκουμαι μπροστά σου και περιμένω.

Στρατηγέ μου, τελεύει η μάχη, κάνω την αναφορά μου· να που πολέμησα, να πως πολέμησα, λαβώθηκα, δείλιασα, μα δε λιποτάχτησα· τα δόντια μου καταχτυπούσαν από το φόβο, μα τύλιγα σφιχτά το κούτελό μου μ' ένα κόκκινο μαντίλι, να μην ζεκρίνουνται τα αίματα, κι έκανα γιουρούσι.
Ένα ένα μπροστά σου τα φτερά της καλιακούδας μου ψυχής θα τα μαδήσω, ωσότου ν' απομείνει ένα σβωλαράκι χώμα κι αυτή, ζυμωμένο με δάκρυο, αίμα κι ιδρώτα. Θα σου πω τον αγώνα μου, ν' αλαφρώσω· να πετάξω από πάνω μου την αρετή, την ντροπή, την αλήθεια, ν' αλαφρώσω. Πως έπλασες εσύ το «Τολέδο στην καταιγίδα»; Όμοια, με βαριά μαύρα σύννεφα, ζωσμένη κίτρινες αστραπές, ανέλπιδα κι ανένδοτα παλεύοντας με το φως και με το σκοτάδι, η ψυχή μου. Θα τη δεις, θα τη ζυγιάσεις ανάμεσα στα σπαθωτά φρύδια σου και θα την κρίνεις. Θυμάσαι το βαρύ λόγο που λέμε εμείς οι Κρητικοί: «Όπου αστοχήσεις, γύρισε· κι όπου πετύχεις, φύγε!» Αν αστόχησα, και μια ώρα ζωή ακόμα να μου απομένει, θα ξαναγυρίσω στην έφοδο. Αν πέτυχα, θ' ανοίξω τη γης, να 'ρθω να ξαπλώσω στο πλάι σου.
Άκουσε το λοιπόν, Στρατηγέ, την αναφορά μου και κάμε κρίση· άκουσε, Παππού, τη ζωή μου, κι αν πολέμησα κι εγώ μαζί σου, αν λαβώθηκα χωρίς κανένας να μάθει πως πόνεσα, αν δε γύρισα ποτέ την πλάτη μου στον οχτρό, δώσε μου την ευκή σου!
(Αντιγραφή/ Επιμέλεια : Αθανάσιος Γιάννης, Λειψία, Γερμανία, Ιανουάριος 2008)
http://www.uni-leipzig.de/~organik/giannis/index.htm
http://www.uni-leipzig.de/~organik/giannis/index.htm
Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2010
Κυριακή 23 Μαΐου 2010
O πενηντάρης
Check out this SlideShare Presentation:
O πενηντάρης
View more webinars from Dennis Labadarios.
Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2010
Hallstatt Museum, Πρώιμη εποχή σιδήρου, πριν αυτό η Ευρώπη φάνταζε μια μαύρη τρύπα πολιτισμού.
Check out this SlideShare Presentation: The time in European history of this snapshot of Celtic cultural development is approximately 800 B.C. The Celtic people here were an iron using people who traded salt to the south as far as Italy and as far north as Bohemia. "The grave goods - predominantly iron-made - ... indicated a sophisticated and hierarchical society. These people, superb iron-workers, owned and buried beautifully-decorated vessels, ornamented weaponry and horse trappings, all of a standard much advanced upon that recorded from earlier Europe, reflecting a decisive and recognizable social structure."
Hallstatt Museum
View more presentations from Dennis Labadarios.
Κυριακή 21 Ιουνίου 2009
Aνθρωποι εναντίον βακτηρίων
Ο Πανεπιστημιακός δάσκαλος και Πνευμονολόγος Εντατικολόγος Γιώργος Μπαλτόπουλος έχει ιδιαίτερα ξεχωριστή μεταδοτικότητα είτε μιλάει σε ειδικούς γιατρούς σε συνέδρια είτε όπως θα διαπιστώσετε εσείς που δεν κατέχετε λεπτομέρειες της ιατρικής επιστήμης
Aνθρωποι εναντίον βακτηρίων
View more OpenOffice presentations from Dennis .
Παρασκευή 23 Μαΐου 2008
Ουνα φάτσα, ούνα ράτσα.
Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2007
18- ΑΙΡΕΣΗ=ΕΠΙΛΟΓΗ

e — ΕΠΙΛΟΓΕΣ.Νο 18
Από τον συνταξ. Καθηγ. Πειραματικής Φυσιολογίας Ιωάννη Χατζημηνά επιστημονική παρέμβαση σε καπνιστές και μη καπνιστές.. Χάρμα ιδέσθαι η περιπέτεια του λόγου του στο «Ο καπνιστής και το τσιγάρο»Δημοσιεύουμε σήμερα τα 21 σημεία προτάσεις του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και συγχρόνων την μεταρρύθμιση εκσυγχρονισμό του ΕΣΥ ( ΑΠΡΙΛΗΣ 2006-ΙΣΘ-ΠΦΥ) καθώς και την ανοιχτή επιστολή του ΔΣ του ΙΣΘ προς τον κ. Αβραμόπουλο. (Ανοιχτή Επιστολή Υγείας προς τον Υπουργό Υγείας ).Θα ακούσετε πολλές εκδοχές για το λεγόμενο Ασφαλιστικό. Τι θα πάρουμε αν ζούμε στα 65 ή 67 και με τίνος εγγύηση;; Σίγουρα τα τρία προτεινόμενα κείμενα λένε αλήθειες που οι εξουσίες θέλουν να ξεχάσουμε. Του Γιώργου Τερζή στη Καθημερινή 11-2-01 «Η κρατική ασυνέπεια το μεγαλύτερο αγκάθι» για την επάρατη ρύθμιση της 20-12-2000, της Δήμητρας Καδδά στην Ελευθεροτυπία της 26-2-06 με τίτλο «Με παρωχημένα στοιχεία προβλέπουν την κατάρρευση του ΙΚΑ» και την βαρυσήμαντη συνέντευξη του πρώην Υφυπουργού Κοιν. Ασφάλισης κ. Νίκου Αγγελόπουλου την 19-3-06 στην εφημερίδα ΤΟ ΠΑΡΟΝ με θέμα «Φτάνουν τα λεφτά για το Ασφαλιστικό». Το ΙΚΑ και τα μάτια σας κ. Βαρθολομαίε.
Με ανάγνωση εφημερίδων μόνο 2,2% είμαστε 130η χώρα παγκοσμίως, καθόλου κολακευτικά και για το επίπεδο εφημερίδων μας και για το αναγνωστικό μας ενδιαφέρον. Τα αποτελέσματα του μικρού μας γκάλοπ επί 58 συναδέλφων που συμμετείχαν ηλεκτρονικά είναι στο ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ.
Είναι Μάης, επιλογή ο αγώνας . Του Διόνυσου αρέσει να έρχεται στην θέση του άλλου, στη θέση του φονιά ίσως... Κάιν και Αβελ.
Άρθρο του Ανδρέα Ξανθού Προέδρου Ένωσης Γιατρών ΕΣΥ νομού Ρεθύμνου Ο νεοφιλελευθερισμός βλάπτει σοβαρά την υγεία.
Μια σπουδή στην φυσική επιλογή από την Κωνσταντίνα Γιαννούτσου της Ελευθεροτυπίας την 9-1-2001 με τίτλο Ο άνθρωπος του μέλλοντος.
Από τον συνταξ. Καθηγ. Πειραματικής Φυσιολογίας Ιωάννη Χατζημηνά επιστημονική παρέμβαση σε καπνιστές και μη καπνιστές.. Χάρμα ιδέσθαι η περιπέτεια του λόγου του στο «Ο καπνιστής και το τσιγάρο»Δημοσιεύουμε σήμερα τα 21 σημεία προτάσεις του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και συγχρόνων την μεταρρύθμιση εκσυγχρονισμό του ΕΣΥ ( ΑΠΡΙΛΗΣ 2006-ΙΣΘ-ΠΦΥ) καθώς και την ανοιχτή επιστολή του ΔΣ του ΙΣΘ προς τον κ. Αβραμόπουλο. (Ανοιχτή Επιστολή Υγείας προς τον Υπουργό Υγείας ).Θα ακούσετε πολλές εκδοχές για το λεγόμενο Ασφαλιστικό. Τι θα πάρουμε αν ζούμε στα 65 ή 67 και με τίνος εγγύηση;; Σίγουρα τα τρία προτεινόμενα κείμενα λένε αλήθειες που οι εξουσίες θέλουν να ξεχάσουμε. Του Γιώργου Τερζή στη Καθημερινή 11-2-01 «Η κρατική ασυνέπεια το μεγαλύτερο αγκάθι» για την επάρατη ρύθμιση της 20-12-2000, της Δήμητρας Καδδά στην Ελευθεροτυπία της 26-2-06 με τίτλο «Με παρωχημένα στοιχεία προβλέπουν την κατάρρευση του ΙΚΑ» και την βαρυσήμαντη συνέντευξη του πρώην Υφυπουργού Κοιν. Ασφάλισης κ. Νίκου Αγγελόπουλου την 19-3-06 στην εφημερίδα ΤΟ ΠΑΡΟΝ με θέμα «Φτάνουν τα λεφτά για το Ασφαλιστικό». Το ΙΚΑ και τα μάτια σας κ. Βαρθολομαίε.
Με ανάγνωση εφημερίδων μόνο 2,2% είμαστε 130η χώρα παγκοσμίως, καθόλου κολακευτικά και για το επίπεδο εφημερίδων μας και για το αναγνωστικό μας ενδιαφέρον. Τα αποτελέσματα του μικρού μας γκάλοπ επί 58 συναδέλφων που συμμετείχαν ηλεκτρονικά είναι στο ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ.
Είναι Μάης, επιλογή ο αγώνας . Του Διόνυσου αρέσει να έρχεται στην θέση του άλλου, στη θέση του φονιά ίσως... Κάιν και Αβελ.
Άρθρο του Ανδρέα Ξανθού Προέδρου Ένωσης Γιατρών ΕΣΥ νομού Ρεθύμνου Ο νεοφιλελευθερισμός βλάπτει σοβαρά την υγεία.
Μια σπουδή στην φυσική επιλογή από την Κωνσταντίνα Γιαννούτσου της Ελευθεροτυπίας την 9-1-2001 με τίτλο Ο άνθρωπος του μέλλοντος.
Σάββατο 20 Ιανουαρίου 2007
15- ΚΟΝΤΡΕΣ

e — ΕΠΙΛΟΓΕΣ.Νο 15
Να επεκταθεί το τραμ προς το κέντρο του Πειραιά , το συνιστούν ειδικοί συγκοινωνιολόγοι, οικολόγοι , του ΕΜΠ κλπ με επιχειρήματα., ΔΙΑΒΆΣΤΕ ΤΟ (tram ypografes). “Παράξενη» η κόντρα πράσινων νομαρχιακών αρχόντων και γαλάζιων δημάρχων, κρίνουν εφικτή την αυτοκινητοκρατία στο ...διηνεκές. Στείλτε μήνυμα στο email nbelavil@central.ntua.gr με όνομα, επίθετο, ιδιότητα και διεύθυνση με την ένδειξη «ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ ΤΡΑΜ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ».
Ένα μαχητικό άρθρο του Ανδρέα Ξανθού από την Ένωση Γιατρών ΕΣΥ Ρεθύμνου (Η εφημερία δεν είναι «σκοπιά»), ένα νηφάλιο πολιτικό του Θάνου Οικονομόπουλου στην Καθημερινή της 21-3-06 και η διαταγή του υφυπουργού κ. Σούρλα το 1990 για τις εφημερίες στο Αχχιλοπούλειο. Βόλου.
Άρθρο του Στέφανου Ληναίου για τον τηλεοπτικό μας ευτελισμό (Καλλωπισμένος Φασισμός) και η ευρεία γραπτή περίληψη δύο επεισοδίων του Ρεπορτάζ χωρίς σύνορα του Στέλιου Κούλογλου για τις αποδεδειγμένα φκιαχτές τηλεοπτικές εικόνες.(Εκπομπές ΝΕΤ 20-3 και 27-3 ) από το http://www.rwf.gr/
Την Παρασκευή 31 Μαρτίου και το Σάββατο 1 Απριλίου 2006 πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη η προσυνεδριακή διημερίδα της ΟΕΝΓΕ. Αποφασίστηκε 24ωρη απεργιακή κινητοποίηση την προσεχή Παρασκευή 7 Απριλίου (Παγκόσμια Ημέρα Υγείας) με αιτήματα που περιγράφονται στην ανακοίνωση που σας επισυνάπτω.(ΟΕΝΓΕ 1-4-06) Επίσης σας επισυνάπτω αφίσα σε μορφή Word. (Αφίσα 7-4-06)
Managers διαχείρισης ανθρωπίνων πόρων και πολιτικοί σαν το Βιλπεν και το Σαρκοζί που μας «σώνουν» πριν από μας για μας, πρέπει να τελειώσουν με τη δράση μας έν τη γενέσει των πολιτικών τους. Ο Βίκτωρ Ουγκώ είχε πει σχετικά: «Το κεφάλι του λαού, να το ζήτημα! Φωτίστε το, μορφώστε το, και τότε δεν θα βρεθείτε στην ανάγκη να το κόψετε!». Ποίοι προκαλούν τις διαδηλώσεις και τις αντιδράσεις στη Γαλλία.; Άρθρο του William Pfaff στα Νέα στις 30-3-06 (Μαnager, παγκοσμιοποίηση, διαδηλώσεις) Τα στοιχειώδη δικαιώματα εργασίας και ασφάλισης όταν δεν παρέχονται γίνονται αιτίες εξεγέρσεων και όχι «μεταρρυθμίσεων.»
Ο Διόνυσος κάνει..... ΨΕΥΤΙΚΗ ΒΕΒΑΙΩΣΗ. Αλλόκοτο μου ακούγεται.
Πριν 60.000 χρόνια ήμασταν στο τσαφ για εξαφάνιση ως είδος. Εν μέσω παγετώνων έγινε μια μετάλλαξη και νάμαστε εδώ 7 δισεκατομμύρια νομάτοι. Άρθρο του SPENCER WELLS (Το μεγάλο άλμα προς τα εμπρός των ανθρωποειδών) από the Guardian αναδημοσιευμένο στην Καθημερινή την 14-9-2003. Ο συγγραφέας επικεφαλής της ομάδας έρευνας πληθυσμιακής γενετικής στο welcome Trust της Οξφόρδης, συγγραφέας του βιβλίου The Journey of Man: A Genetic Odyssey( εκδ. Penguin).
Θέλετε να διαβάζετε ...όλες τις εφημερίδες του κόσμου; Ψάχτε στο http://www.onlinenewspapers.com/ .Ποιά βγήκε μις Μινεσότα 2006 δεν θα είναι άγνωστο πιά σε σας.!
Να επεκταθεί το τραμ προς το κέντρο του Πειραιά , το συνιστούν ειδικοί συγκοινωνιολόγοι, οικολόγοι , του ΕΜΠ κλπ με επιχειρήματα., ΔΙΑΒΆΣΤΕ ΤΟ (tram ypografes). “Παράξενη» η κόντρα πράσινων νομαρχιακών αρχόντων και γαλάζιων δημάρχων, κρίνουν εφικτή την αυτοκινητοκρατία στο ...διηνεκές. Στείλτε μήνυμα στο email nbelavil@central.ntua.gr με όνομα, επίθετο, ιδιότητα και διεύθυνση με την ένδειξη «ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ ΤΡΑΜ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ».
Ένα μαχητικό άρθρο του Ανδρέα Ξανθού από την Ένωση Γιατρών ΕΣΥ Ρεθύμνου (Η εφημερία δεν είναι «σκοπιά»), ένα νηφάλιο πολιτικό του Θάνου Οικονομόπουλου στην Καθημερινή της 21-3-06 και η διαταγή του υφυπουργού κ. Σούρλα το 1990 για τις εφημερίες στο Αχχιλοπούλειο. Βόλου.
Άρθρο του Στέφανου Ληναίου για τον τηλεοπτικό μας ευτελισμό (Καλλωπισμένος Φασισμός) και η ευρεία γραπτή περίληψη δύο επεισοδίων του Ρεπορτάζ χωρίς σύνορα του Στέλιου Κούλογλου για τις αποδεδειγμένα φκιαχτές τηλεοπτικές εικόνες.(Εκπομπές ΝΕΤ 20-3 και 27-3 ) από το http://www.rwf.gr/
Την Παρασκευή 31 Μαρτίου και το Σάββατο 1 Απριλίου 2006 πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη η προσυνεδριακή διημερίδα της ΟΕΝΓΕ. Αποφασίστηκε 24ωρη απεργιακή κινητοποίηση την προσεχή Παρασκευή 7 Απριλίου (Παγκόσμια Ημέρα Υγείας) με αιτήματα που περιγράφονται στην ανακοίνωση που σας επισυνάπτω.(ΟΕΝΓΕ 1-4-06) Επίσης σας επισυνάπτω αφίσα σε μορφή Word. (Αφίσα 7-4-06)
Managers διαχείρισης ανθρωπίνων πόρων και πολιτικοί σαν το Βιλπεν και το Σαρκοζί που μας «σώνουν» πριν από μας για μας, πρέπει να τελειώσουν με τη δράση μας έν τη γενέσει των πολιτικών τους. Ο Βίκτωρ Ουγκώ είχε πει σχετικά: «Το κεφάλι του λαού, να το ζήτημα! Φωτίστε το, μορφώστε το, και τότε δεν θα βρεθείτε στην ανάγκη να το κόψετε!». Ποίοι προκαλούν τις διαδηλώσεις και τις αντιδράσεις στη Γαλλία.; Άρθρο του William Pfaff στα Νέα στις 30-3-06 (Μαnager, παγκοσμιοποίηση, διαδηλώσεις) Τα στοιχειώδη δικαιώματα εργασίας και ασφάλισης όταν δεν παρέχονται γίνονται αιτίες εξεγέρσεων και όχι «μεταρρυθμίσεων.»
Ο Διόνυσος κάνει..... ΨΕΥΤΙΚΗ ΒΕΒΑΙΩΣΗ. Αλλόκοτο μου ακούγεται.
Πριν 60.000 χρόνια ήμασταν στο τσαφ για εξαφάνιση ως είδος. Εν μέσω παγετώνων έγινε μια μετάλλαξη και νάμαστε εδώ 7 δισεκατομμύρια νομάτοι. Άρθρο του SPENCER WELLS (Το μεγάλο άλμα προς τα εμπρός των ανθρωποειδών) από the Guardian αναδημοσιευμένο στην Καθημερινή την 14-9-2003. Ο συγγραφέας επικεφαλής της ομάδας έρευνας πληθυσμιακής γενετικής στο welcome Trust της Οξφόρδης, συγγραφέας του βιβλίου The Journey of Man: A Genetic Odyssey( εκδ. Penguin).
Θέλετε να διαβάζετε ...όλες τις εφημερίδες του κόσμου; Ψάχτε στο http://www.onlinenewspapers.com/ .Ποιά βγήκε μις Μινεσότα 2006 δεν θα είναι άγνωστο πιά σε σας.!
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)